Οικονομικοί αναλυτές προειδοποιούν για το επερχόμενο διπλό «χτύπημα» που θα πλήξει τις χώρες με υψηλό χρέος.
Ως ορόσημο αναγνωρίζεται το 2026 για την ευρωπαϊκή οικονομία, σύμφωνα με οικονομικούς αναλυτές, που προειδοποιούν πως χώρες με υψηλό χρέος, όπως η Ελλάδα, αλλά και η Ιταλία και η Γαλλία, θα βρεθούν αντιμέτωπες με τον κίνδυνο επιστροφής σε μια δημοσιονομική κρίση, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε άλλη μια «χαμένη δεκαετία», όπως η κρίση του 2009.
Το «χτύπημα» για τα κράτη μέλη της ΕΕ αναμένεται σε δύο χρόνια να είναι διπλό, σημειώνεται σε δημοσίευμα του Politico: Από τη μία θα επανέλθουν οι αναθεωρημένοι δημοσιονομικοί κανόνες και από την άλλη θα κλείσει η χρηματοδοτική «κάνουλα» – που άνοιξε με την πανδημία του κορονοϊού – από την Κομισιόν.
Ο συνδυασμός αυτών των δύο εξελίξεων θα μπορούσε να δημιουργήσει σημαντικές «μαύρες τρύπες» στους προϋπολογισμούς υπερχρεωμένων χωρών, οι οποίες θα πρέπει να λάβουν μέτρα από σήμερα για να αποτρέψουν την κρίση. «Υπάρχει σοβαρός κίνδυνος εάν δεν γίνουν οι κατάλληλες επενδύσεις να επιστρέψουμε στη χαμένη δεκαετία του 2010», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Νιλς Ρέντεκερ από το Ινστιτούτο Ζακ Ντελόρ, υπενθυμίζοντας την κρίση στις οικονομίες της Νότιας Ευρώπης με τις μακροχρόνιες υφέσεις, την εκτόξευση του δημόσιου χρέους και της ανεργίας, αλλά και την πολιτική αστάθεια με τις διαδοχικές κυβερνητικές αλλαγές.
«Οι οικονομίες που επλήγησαν περισσότερο, όπως η Ελλάδα, παραμένουν ακόμη και σήμερα, μετά από μια δεκαετία επώδυνων μεταρρυθμίσεων, κάτω από τα προ κρίσης επίπεδα», αναφέρεται στο Politico και προστίθεται: «Οι χώρες με μεγάλα χρέη (σ.σ. η Ελλάδα έχει το υψηλότερο στην ΕΕ και το τρίτο μεγαλύτερο στον κόσμο) είναι πιθανό να υποστούν το μεγαλύτερο βάρος του σοκ και οι αναλυτές προειδοποιούν ότι θα μπορούσε να πλήξει σκληρά τις οικονομίες, κάτι που θα μπορούσε να έχει αρνητικές επιπτώσεις και στην πολιτική».
Σημειώνεται πως το 2027 θα είναι, βάσει προγραμματισμού, εκλογικό έτος τόσο για την Ελλάδα, όσο και για την Γαλλία, αλλά και την Ιταλία, δηλαδή τις δύο μεγαλύτερες οικονομίες της ευρωζώνης μετά τη Γερμανία. Προς το παρόν, οι χώρες συνεχίζουν να βασίζονται σε μια σειρά προγραμμάτων στήριξης και εξαιρέσεων που θεσμοθετήθηκαν από την ΕΕ ώστε να αμβλυνθεί το οικονομικό πλήγμα από την πανδημία Covid-19, συμπεριλαμβανομένου του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF), με το οποίο έσπασε το «ταμπού» της έκδοσης κοινού χρέους για πρώτη φορά στην ιστορία του ευρωπαϊκού μπλοκ.
Το μίγμα αυτών των μέτρων αποτέλεσε σανίδα σωτηρίας για χώρες με μεγάλο χρέος, όπως η Ελλάδα. Η διοχέτευση όμως δισεκατομμυρίων ευρώ μέσω αυτού του ειδικού ταμείου – άνω των 700 δισεκατομμυρίων ευρώ – αναμένεται να εξαντληθούν στα τέλη του 2026. Την ίδια περίοδο θα «ξεπαγώσουν» οι αυστηροί κανόνες για τη δημοσιονομική πολιτική. Η αδρανοποίησή τους έδωσε τη δυνατότητα μεγάλων κρατικών ενισχύσεων για τη στήριξη των εγχώριων οικονομιών και η επιστροφή των κανόνων θα πλήξει τους εθνικούς προϋπολογισμούς, περιορίζοντας το περιθώριο κινήσεων από τις κυβερνήσεις.
«Υπάρχει μπροστά ένας δημοσιονομικός γκρεμός», δήλωσε στο Politico η Λίντια Κορίνεκ από το ΖΟΕ, το ινστιτούτο που μελετά την προσαρμογή των ευρωπαϊκών οικονομιών σε μελλοντικό στάδιο. «Το νέο σύνολο δημοσιονομικών κανόνων δεν θα προσφέρει τις δυνατότητες στα κράτη μέλη για να αντιμετωπίσουν αυτόν τον δημοσιονομικό γκρεμό», υπογραμμίζει.
Η παράταση που έχει δοθεί για την επιστροφή του μεταρρυθμισμένου Συμφώνου Σταθερότητας, στοχεύει – μέσα από χαλαρότερους κανόνες – να προσφέρει στις χώρες περισσότερο χρόνο για τη διαδικασία προσαρμογής του υπερβολικού ελλείμματος (διαβάστε εδώ του κανόνες για τη ΔΥΕ), τη μείωση του χρέους και των δαπανών τους. Πρόκειται για μια προσωρινή ανακούφιση για τις οικονομίες που αντιμετωπίζουν προβλήματα, επισημαίνουν οι αναλυτές, τονίζοντας πως ενδεχομένως αυτές οι χώρες να αναγκαστούν να πληρώσουν ένα μεγαλύτερο λογαριασμό στο μέλλον, υιοθετώντας επώδυνες περικοπές δαπανών για να ανταποκριθούν στις επερχόμενες κανονιστικές απαιτήσεις.
«Οι χώρες θα μπορούσαν να αποφύγουν το χείλος του οικονομικού γκρεμού το 2027 εάν αρχίσουν να ελέγχουν πιο δραστικά τις δαπάνες τους από τώρα», προειδοποίησε ο Τζερομιν Ζετλεμάιερ, διευθυντής του think tank Bruegel.
Αξιωματούχος της ΕΕ απέκλεισε το ενδεχόμενο επέκτασης του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας πέραν του 2026, καθώς, όπως σημείωσε, αποφασίστηκε ως ένα εφάπαξ μέτρο το 2020 για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας και υπό αυτή την συνθήκη συναίνεσαν οι αποκαλούμενοι «φειδωλοί» της Ευρώπης, όπως η Γερμανία και η Ολλανδία.
Διπλωμάτης της ΕΕ ισχυρίστηκε πως ενδεχομένως να υπάρξει ένα περιορισμένο δίχτυ ασφαλείας, όπως το ταμείο για τη συνοχή της ΕΕ ή το Κοινωνικό Ταμείο για το Κλίμα, ένα εργαλείο για την ενίσχυση έργων που σχετίζονται με την πράσινη μετάβαση. Ωστόσο πολλοί εκτιμούν πως αυτά τα κεφάλαια σε καμία περίπτωση δεν θα είναι αρκετά για να καλύψουν τις «τρύπες».
Στις δυσοίωνες προβλέψεις προστίθενται και οι στρατιωτικές δαπάνες που το επόμενο διάστημα αναμένεται να αυξηθούν, καθώς η ΕΕ πραγματοποιεί στροφή στην ενίσχυση των πολεμικών ικανοτήτων της και της αμυντικής βιομηχανίας. Οι ανάγκες «θα είναι υπερβολικά πολλές για να καλυφθούν χωρίς να δοθούν περισσότερα χρήματα στα κράτη μέλη από την ΕΕ», ανέφερε ο Τζερομιν Ζετλεμάιερ στο Politico και πρόσθεσε: «Υπάρχει η αίσθηση πως κάποια μορφή ενός διάδοχου ταμείου του RRF θα είναι απαραίτητη».
Πηγή: ieidiseis.gr