Οτιδήποτε συμβαίνει που διαταράσσει την ισορροπία των συναλλαγών των ανθρώπων κινδυνεύει να μετατραπεί σε καταστροφή για την οικονομία καθώς περιορίζει τις συναλλαγές. Είτε η διατάραξη προέρχεται από κυβερνητικό εξαναγκασμό είτε από φυσικά φαινόμενα, ή πολέμους, οι συνέπειες από των περιορισμό των συναλλαγών έχουν σημαντικές συνέπειες στην οικονομία. Πολλαπλές καταστροφές τα τελευταία χρόνια δημιουργούν διαδοχικές κρίσεις σχεδόν σε όλες τις χώρες.
Οι πλημμύρες ήταν πάντα από τα πιο καταστροφικά φυσικά φαινόμενα και οι επιπτώσεις τους στις γεωργικές και κτηνοτροφικές δραστηριότητες ήταν ιδιαίτερα βαριές. Οι επιπτώσεις διαχέονται σε πολλούς τομείς της οικονομίας, ξεκινώντας από τις άμεσες γεωργικές απώλειες έως μακροπρόθεσμες επιπτώσεις για την επισιτιστική ασφάλεια, την τιμολόγηση των τροφίμων, τον τουρισμό ακόμη και το διεθνές εμπόριο.
Πλημμύρες όπως αυτή της Θεσσαλίας (Ντάνιελ ή ο Ιανός παλιότερα) είναι αδύνατο να αποφευχθούν. Μπορεί όμως να προβλεφθούν οι απαραίτητες δράσεις για την έγκαιρη εκκένωση των περιοχών, την γρήγορη διάσωση εγκλωβισμένων και αποκατάσταση της άμεσης παροχής τροφίμων στον πληθυσμό. Και στη συνέχεια την όσο δυνατό γρηγορότερη επαναλειτουργία των βασικών υποδομών (ρεύμα, νερό, δρόμοι κλπ.). Ως χώρα όμως δεν φημιζόμαστε για την χρήση προβλέψεων για να αποφεύγουμε τις απειλές ή να αξιοποιούμε τις ευκαιρίες.
Οι οικονομικές επιπτώσεις των πλημμυρών στις αγροτικές εκτάσεις είναι πολύπλευρες και εκτεταμένες, επηρεάζοντας όχι μόνο τον αγροτικό τομέα αλλά τον τουρισμό και την οικονομία στο σύνολό της:
Άμεση Αγροτική Απώλεια: Η πιο άμεση και ορατή οικονομική επίπτωση των πλημμυρών είναι η απώλεια των καλλιεργειών και των κτηνοτροφικών μονάδων. Υπάρχει εκτίμηση ότι περισσότερα από 700.000 από τα 5 εκ. στρέμματα του Θεσσαλικού κάμπου έχουν καλυφθεί με νερό, έχουν καταστραφεί πολλές κτηνοτροφικές μονάδες, αροτραίες και δενδρώδεις καλλιέργειες και βοσκοτόπια. Τα νερά της πλημμύρας όχι μόνο ξεπλένουν τις ώριμες καλλιέργειες αλλά και διαβρώνουν το γόνιμο φυτικό έδαφος, επηρεάζοντας τους μελλοντικούς κύκλους καλλιέργειας. Ο αντίκτυπος στους αγρότες είναι άμεσος και καταστροφικός. Υφίστανται απώλειες εσόδων και μπορεί να χρειαστεί να καταφύγουν σε δάνεια για να συντηρήσουν τα προς το ζην.
Η έλλειψη συγκομιδής ή η αδυναμία πώλησης των φυτευθέντων ή αποθηκευμένων προϊόντων άφηνει τους αγρότες χωρίς χρήματα για αγορά σπόρων, λιπασματα και γεωργικό εξοπλισμο, καθιστώντας τις μελλοντικές σοδειές αβέβαιες.
Στην έκταση της Θεσσαλίας κυριαρχούν οι αροτραίες καλλιέργειες (το 80% περίπου των καλλιεργούµενων εκτάσεων). Η καλλιέργεια σκληρού σιταριού υπερτερεί σήµερα σε ποσοστό 30%, ακολουθεί το βαµβάκι µε ποσοστό 28%.
Σε πανελλήνιο επίπεδο, ο Θεσσαλικός κάμπος κατέχει την πρώτη θέση στην παραγωγή κριθαριού και του σκληρού σιταριού. Παράγει το 38% του βαμβακιού, και το 52% της βιομηχανικής ντομάτας. Η παραγωγή φρούτων και ξηρών καρπών, αχλάδια, μήλα, κάστανα, καρύδια κλπ., αποτελούν πολύ σημαντική παραγωγή με ποσοστά πολλές φορές πάνω από 50%.
Επίσης έχει σημαντική παράγωγή βοοειδών (πάνω από 18%), πολύ υψηλή θέση στην χοιροτροφία στα αιγοπρόβατα, και πρώτες θέσεις στην παραγωγή πρόβειου και κατσικίσιου γάλακτος. Στην παραγωγή τυροκομικών προϊόντων, παράγει το 40% των μαλακών τυριών όπως επίσης και το 25% των σκληρών τυριών με σημαντικές εξαγωγές.
Ζημιές σε υποδομές: Πέρα από τις ίδιες τις καλλιέργειες, οι γεωργικές υποδομές όπως τα συστήματα άρδευσης, οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης, ο αγροτικός εξοπλισμός, το ζωικό κεφάλαιο, οι εγκαταστάσεις εσταυλισμού, έχουν υποστεί ζημιές από τις πλημμύρες. Οι επισκευές και οι αντικαταστάσεις απαιτούν κεφάλαια, προκαλώντας αυξημένα χρέη για τους αγρότες. Αυτό καθυστερεί επίσης την επανέναρξη των αγροτικών δραστηριοτήτων, ασκώντας περαιτέρω οικονομική πίεση στον αγροτικοκτηνοτροφικό τομέα και σε όσους εξαρτώνται από αυτόν για την απασχόληση. Επίσης επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό με αναζήτηση κεφαλαίων για την αποκατάσταση των ζημιών, σήμερα που το κόστος δανεισμού έχει τριπλασιαστεί σε σχέση με το παρελθόν. Σημαντική ζημιά έχει υποστεί και τουριστικός κλάδος με σημαντικές υποδομές να καταστρέφονται και αφίξεις να ακυρώνονται.
Αύξηση των τιμών των τροφίμων: Είναι λογικό να αναμένουμε υψηλότερες τιμές τροφίμων καθώς ο εφοδιασμός της αγοράς με τρόφιμα θα στερηθεί πολύ σημαντικές ποσότητες τροφίμων. Η ανισορροπία κάθε αγοράς δημιουργείται όταν η προσφερόμενη ποσότητα δεν συναντά την ζητούμενη ποσότητα. Στον τομέα των τροφίμων η Θεσσαλική καταστροφή δημιουργεί έλλειψη της προσφοράς με αποτέλεσμα σε πρώτη φάση τη άνοδο των τιμών.
Καθώς οι διατροφικές αλυσίδες εφοδιασμού διαταράσσονται, το κόστος μεταφοράς των υπόλοιπων αποδόσεων αυξάνεται, συμβάλλοντας στην αύξηση των τιμών των τροφίμων. Για τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος που ξοδεύουν μεγάλο μέρος του εισοδήματός τους σε τρόφιμα, αυτό αποτελεί σημαντική οικονομική επιβάρυνση. Ήδη ο πληθωρισμός των τροφίμων τον περασμένο Ιούλιο έφθασε στο 12,30%. Η έλλειψη των Θεσσαλικών τροφίμων θα ωθήσει προς τα πάνω τον πληθωρισμό στα τρόφιμα.
Ανησυχίες για την ασφάλεια των τροφίμων: Η καταστροφή μεγάλων εκτάσεων γεωργικής γης ενέχει σοβαρούς κινδύνους τόσο για την τοπική όσο και για την εθνική επισιτιστική ασφάλεια. Οι ελλείψεις σε βασικές καλλιέργειες μπορούν να οδηγήσουν σε αυξημένη εξάρτηση από εισαγωγές, μεταβάλλοντας δυσμενώς το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας. Σε ακραίες περιπτώσεις, η έλλειψη τροφίμων μπορεί να οδηγήσει σε κοινωνική αναταραχή.
Επιπτώσεις στην αγορά αγροτικής εργασίας: Ο αγροτικός τομέας είναι σημαντικός εργοδότης στην οικονομία μας καθώς απασχολεί περίπου το 12% του εργατικού δυναμικού. Οι πλημμύρες οδηγούν σε ξαφνική συρρίκνωση σε αυτήν την αγορά εργασίας λόγω απώλειας καλλιεργειών και του χρόνου διακοπής που απαιτείται για την επισκευή των υποδομών. Αυτή η εκροή εργατικού δυναμικού μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένα ποσοστά ανεργίας, απαιτώντας κρατική παρέμβαση με τη μορφή επιδομάτων ανεργίας ή προγραμμάτων επανεκπαίδευσης, επιβαρύνοντας έτσι τα δημόσια οικονομικά.
Μακροπρόθεσμες Περιβαλλοντικές Επιπτώσεις: Οι πλημμύρες μπορούν να προκαλέσουν μακροχρόνια υποβάθμιση των γεωργικών εκτάσεων, συμπεριλαμβανομένης της διάβρωσης του εδάφους και της αυξημένης αλατότητας, καθιστώντας τα λιγότερο παραγωγικά για μελλοντική καλλιέργεια. Αυτό έχει τη δυνατότητα να μειώσει τη συνεισφορά του αγροτικού τομέα στο ΑΕΠ μακροπρόθεσμα, απαιτώντας είτε τεχνολογικές λύσεις είτε στροφή σε εναλλακτικές μορφές χρήσης γης, που απαιτούν επενδύσεις και χρόνο. Στην Θεσσαλία εγκαταλείπονται υδρόφιλες καλλιέργειες (εαρινές) για χάρη χειμερινών σιτηρών και εν γένει ξερικών, και αυτό διαφοροποιεί το μικροκλίμα και χάνεται η γονιμότητα το εδάφους.
Ασφαλιστικές Επιπτώσεις: Η κυβερνήση χρειάζεται να παρέμβει με πακέτα αρωγής και επιδοτούμενα δάνεια για να σώσουν τον αγροτικό τομέα μετά τις πλημμύρες. Τέτοιες παρεμβάσεις δεν είναι απλώς άμεσες. Διαμορφώνουν επίσης κατευθύνσεις πολιτικής σχετικά με τη χρήση γης, την αντιπλημμυρική άμυνα και την ασφάλιση. Μια τάση προς πιο βιώσιμη γεωργία και ολοκληρωμένα συστήματα ασφάλισης έναντι πλημμύρας θα μπορούσε να είναι επωφελής, αλλά συνοδεύεται από σημαντικές προκλήσεις και κόστος. Ίσως θα πρέπει να δούμε την διάθεση σημαντικών κονδυλιών για αντιπλημμυρικά έργα.
Διεθνές Εμπόριο: Σε μακροοικονομική κλίμακα, η χώρα μας βασίζεται περίπου 4% στη γεωργία για το ΑΕΠ της, θα παρουσιάσει πτώση του εμπορικού της ισοζυγίου καθώς θα μειωθούν οι εξαγωγες και θα αυξηθούν οι εισαγωγές τροφίμων. Αυτό έχει επιπτώσεις στα συναλλαγματικά διαθέσιμα. Επιπλέον, ο αυξημένος ανταγωνισμός για περιορισμένους παγκόσμιους πόρους τροφίμων θα μπορούσε να επιβαρύνει ακόμα περισσότερο την κατάσταση.
Οι προκλήσεις που δημιουργούνται από τέτοιες φυσικές καταστροφές απαιτούν συντονισμένες προσπάθειες σε διάφορα επίπεδα διακυβέρνησης και κοινωνίας για τον μετριασμό των μακροπρόθεσμων επιπτώσεών τους. Οι επενδύσεις σε ανθεκτικές γεωργικές πρακτικές, η αποτελεσματική διαχείριση της εφοδιαστικής αλυσίδας και τα ολοκληρωμένα ασφαλιστικά συστήματα είναι απαραίτητες για τον μετριασμό αυτών των οικονομικών επιπτώσεων.
Καθώς η κλιματική αλλαγή επιδεινώνει τη συχνότητα και την ένταση των ακραίων καιρικών φαινομένων, η κατανόηση των οικονομικών επιπτώσεων των πλημμυρών σε γεωργικές εκτάσεις γίνεται όλο και πιο ζωτικής σημασίας για τη διαμόρφωση πολιτικής και την ετοιμότητα για καταστροφές.
Η πολιτεία θα έρθει αρωγός να βοηθήσει τους πληγέντες. Αυτή η βοήθεια θα πρέπει να αξιοποιηθεί προς την κατεύθυνση του εκσυγχρονισμού της κτηνοτροφικής και γεωργικής παραγωγής. Σήμερα, οι σύγχρονες τεχνολογίες θα μπορούσαν να συμβάλουν σε μεγάλο βαθμό σε πιο ασφαλή και βιώσιμη ανάπτυξη παραγωγής τροφίμων. Οι πράσινες τεχνολογίες, οι πρόοδοι της βιοτεχνολογίας και η τεχνητή νοημοσύνη θα μπορούσαν να βελτιώσουν τη γεωργική αποτελεσματικότητα, να μειώσουν τα απόβλητα και να προστατεύσουν τους αγροτικούς πόρους.
Υπάρχουν καινοτόμες τεχνολογίες για τη χρήση σε πλημμυρισμένες περιοχές για καλλιέργεια. Οι επιστήμονες της γεωργικής κηπουρικής πρέπει να βελτιώσουν αυτή την τεχνολογία για να βελτιώσουν την παραγωγή και την παραγωγικότητα εκτός από τη μείωση του κόστους παραγωγής.
Η γεωργία είναι μια παραδοσιακή βιομηχανία, η οποία όμως ωφελείται όλο και περισσότερο από τη σύγχρονη τεχνολογία. Οι ελλείψεις τροφίμων είναι πιθανό να οδηγήσουν σε περαιτέρω καινοτομία σε αυτόν τον τομέα οδηγούμενη από την ανάγκη να αυξηθεί η παραγωγή για να μειωθούν οι τιμές.
*Ο Γιώργος Ατσαλάκης είναι Οικονομολόγος, Αναπλ. Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης