Από το στεγαστικό των 6 δισ. έως τις φορολογικές ελαφρύνσεις για οικογένειες με παιδιά, ο πρωθυπουργός παρουσίασε τα κυβερνητικά μέτρα στη ΔΕΘ. Όμως τα νοικοκυριά παραμένουν με αγοραστική δύναμη σχεδόν στον πάτο της Ευρώπης
Η συνέντευξη Τύπου του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ ανέδειξε το δίλημμα που κυριαρχεί: από τη μια η πίεση στα ελληνικά νοικοκυριά, που σε κατά κεφαλήν ΑΕΠ είναι κοντά στον πάτο της Ε.Ε., από την άλλη η ανάγκη να μην εκτροχιαστεί η χώρα δημοσιονομικά.
«Δεν είμαι θαυματοποιός και δεν πρόκειται να τινάξω τη μπάνκα στον αέρα», είπε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός απαντώντας στην ερώτηση της Νικόλ Λειβαδάρη και της Ναυτεμπορικής για την υποχώρηση της αγοραστικής δύναμης.
Το μήνυμα ήταν σαφές: οι παρεμβάσεις θα κινούνται εντός των ορίων της «δημοσιονομικής υπευθυνότητας», ακόμα κι αν αυτό σημαίνει πως για αρκετά νοικοκυριά η καθημερινότητα παραμένει δυσβάσταχτη.
Στεγαστικό: πρόβλημα για άλλους, όφελος για ιδιοκτήτες
Στο φλέγον ζήτημα της στέγης, ο πρωθυπουργός αναγνώρισε ότι η κρίση είναι πρόσφατη, «προϊόν μιας οικονομίας που αναπτύσσεται γρήγορα».
Σχολίασε μάλιστα πως «αυτό που είναι πρόβλημα για τον ενοικιαστή είναι όφελος για τον ιδιοκτήτη», ο οποίος βλέπει την περιουσία του να αυξάνεται.
Η κυβέρνηση προβάλει το πακέτο άνω των 6 δισ. ευρώ, με τα προγράμματα Σπίτι Μου να έχουν ωφελήσει 30.000 δικαιούχους. Ωστόσο, οι αριθμοί δεν μπορούν να κρύψουν το γεγονός ότι μια οικογένεια με καθαρό μηνιαίο εισόδημα 1.100 ευρώ, 2 παιδιά και ενοίκιο 700 ευρώ, όπως επισημάνθηκε επίσης στη συνέντευξη Τύπου, εξακολουθεί να βρίσκεται σε αδιέξοδο.
Ακρίβεια και καθημερινότητα
Η λύση για τον πρωθυπουργό στην ακρίβεια είναι οι φορολογικές ελαφρύνσεις, που τονώνουν το εισόδημα, ειδικά οικογενειών με παιδιά.
Υπενθύμισε ακόμη ότι ο ΕΝΦΙΑ έχει μειωθεί 30% , ενώ απέρριψε κάθε σκέψη για γενναίες μειώσεις στον ΦΠΑ ή στους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, υποστηρίζοντας ότι θα κατέληγαν σε «έμμεση επιδότηση μεσαζόντων».
Παρά τις ανάσες που όντως θα δοθούν με τις φορολογικές ελαφρύνσεις, η πραγματικότητα παραμένει αμείλικτη: οι Έλληνες βρίσκονται μόλις μια θέση πάνω από τους Βούλγαρους σε αγοραστική δύναμη στην Ευρώπη, με τις τιμές τροφίμων και στέγης να απορροφούν σχεδόν ολόκληρο το εισόδημα των χαμηλών και μεσαίων στρωμάτων.
Οι «διακοπές» και οι δείκτες
Ακόμη και στο ερώτημα για το πόσοι Έλληνες μπορούν να κάνουν διακοπές, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αμφισβήτησε τα στοιχεία της Eurostat, λέγοντας ότι η εικόνα είναι υπερβολική και ότι η κυβέρνηση ήδη στηρίζει μέσω προγραμμάτων όπως το «Τουρισμός για Όλους». Όμως η αντίδραση αυτή δείχνει την απόσταση ανάμεσα στους αριθμούς της κυβέρνησης και την αίσθηση της κοινωνίας.
Το κυβερνητικό αφήγημα
Το Μέγαρο Μαξίμου επιχειρεί να ισορροπήσει σε μια λεπτή γραμμή: αναγνωρίζει την κοινωνική δυσφορία, αλλά ταυτόχρονα επιμένει ότι οι παροχές πρέπει να παραμείνουν περιορισμένες ώστε να προστατευθεί η δημοσιονομική σταθερότητα. «Δεν υποτιμώ τη δυσφορία, λέμε την αλήθεια, και θα κριθούμε το 2027», κατέληξε ο πρωθυπουργός.
Το αφήγημα είναι πειστικό στις αγορές, που μας επιβραβεύουν την ώρα που τιμωρούν χώρες όπως η Γαλλία. Αλλά αφήνει αναπάντητο το ερώτημα που καίει τα νοικοκυριά – πώς θα τα βγάλουν πέρα μέχρι τότε.