Σύμφωνα, πάντως, με τα στοιχεία της Eurostat, μόνο το 2022 η απώλεια σε αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού στη χώρα μας ήταν 12,7% (PPS, Purchasing Power Standard). Η αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού, όπως και του γενικού επιπέδου των μισθών και των συντάξεων, εκτιμάται μεθοδολογικά από τη συνολική καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών, όπως αυτή προκύπτει από την Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών (Σεπτέμβριος 2022) και τα στοιχεία της Eurostat, η μέση καταναλωτική δαπάνη στη χώρα μας το 2022 ήταν 1.250 ευρώ.
Πέφτει η αγοραστική δύναμη
Αρα, η αγοραστική δύναμη του μέσου μισθού το 2022 έχει παρουσιάσει απώλεια κατά 18,5% και η Ελλάδα σημειώνει την τρίτη χειρότερη επίδοση σε επίπεδο Ευρωζώνης. Αντίστοιχα, η απώλεια της αγοραστικής δύναμης του μέσου επιπέδου των συντάξεων θα είναι 18,6%, εάν λάβουμε υπόψη την αύξηση του 7,75%. Χωρίς την αύξηση αυτή, η απώλεια της αγοραστικής δύναμης των συντάξεων θα ήταν 25,4%.
Ολα αυτά συμβαίνουν την ώρα που τα στοιχεία της Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών 2022 είναι εκκωφαντικά αποκαλυπτικά. Σύμφωνα με αυτά, o πληθυσμός της χώρας που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό ανέρχεται στο 26,3% (2.722.000 άτομα), με την Ελλάδα να έχει τη δεύτερη χειρότερη επίδοση μετά τη Βουλγαρία σε σχέση με τις εννέα ευρωπαϊκές χώρες για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία.
Μείωση μισθών
Οπως προκύπτει, η συνέχιση των αυξήσεων έχει προκαλέσει μείωση των εισοδημάτων, όπως καταγράφει και η τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ. Στην Ελλάδα ο μέσος ονομαστικός μεικτός μισθός το 2022 αυξήθηκε κατά 1,5%, αλλά ο μέσος πραγματικός μισθός μειώθηκε κατά 7,4% λόγω του πληθωρισμού 9,7%, σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ. Οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα υπέστησαν την τέταρτη μεγαλύτερη μείωση των πραγματικών μισθών τους την περασμένη χρονιά στο σύνολο των χωρών του ΟΟΣΑ. Ενώ και την τριετία 2019-2022 η Ελλάδα ήταν η μία από τις δύο μόνο χώρες του ΟΟΣΑ στις οποίες ο ονομαστικός μισθός μειώθηκε.
Το βέβαιο είναι ότι τα όποια θέματα θα αντιμετωπιστούν υπό το πρίσμα της επαναφοράς των δημοσιονομικών κανόνων από το 2024, οι οποίοι είχαν χαλαρώσει κατά την πανδημία και θα παραμείνουν έτσι μέχρι το τέλος του 2023. Άλλωστε, στο επόμενο χρονικό διάστημα αναμένεται να καταλήξει η Κομισιόν στο νέο πλαίσιο του Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Οφειλές πολιτών
Μεγάλο αγκάθι αποτελεί το αυξανόμενο ιδιωτικό χρέος, το οποίο πλήττει τους πολίτες. Το κόκκινο ιδιωτικό ληξιπρόθεσμο χρέος έχει εκτοξευτεί σχεδόν στα 260 δισ. ευρώ, κινούμενο ανοδικά κατά περίπου 40 δισ. ευρώ κατά τα τελευταία χρόνια. Την ίδια στιγμή, σχεδόν 4 εκατ. πολίτες έχουν οφειλές στην εφορία, με περίπου 2 εκατομμύρια να κινδυνεύουν να αντιμετωπίσουν αναγκαστικά μέτρα είσπραξης, ήτοι κατασχέσεις και πλειστηριασμούς, ενώ το 40% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές, όταν η τελευταία ανεπαρκής ρύθμιση χρεών «πετάει» εκτός 4 στις 5 επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες, σύμφωνα με δημόσιες τοποθετήσεις των φορέων τους. Ακόμη, σε 1.412.322 έχουν ληφθεί αναγκαστικά μέτρα είσπραξης (κατασχέσεις και πλειστηριασμοί), ενώ οι οφειλέτες στους οποίους δύναται να ληφθούν αναγκαστικά μέτρα φτάνουν τα 2.036.867, ενώ το 2022 επιβλήθηκαν 518.622 αναγκαστικά μέτρα είσπραξης οφειλών (κατασχέσεις και πλειστηριασμοί), με τον αριθμό να καταγράφει αύξηση κατά 104,9% σε σχέση με το 2021 (253.083).
Στεγαστική κρίση
Κεφαλαιώδες ζήτημα αποτελεί και η ακρίβεια στη στέγαση για τους πολίτες. Η άνοδος των τιμών συνεχίζεται, με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος να δείχνουν πως οι τιμές πώλησης των κατοικιών, σε όλη τη χώρα, αυξήθηκαν κατά 5,5% το διάστημα Ιανουαρίου-Μαρτίου 2023, ενώ το αντίστοιχο περσινό είχαν αυξηθεί κατά 7,5%. Το πρόβλημα είναι ακόμα πιο έντονο για τα πιο φτωχά νοικοκυριά. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, το φτωχότερο 20% των ελληνικών νοικοκυριών πληρώνει 43% (διάμεση τιμή) του εισοδήματός του στο ενοίκιο. Παράλληλα, βασικό παράγοντα για την εξέλιξη των τιμών αποτελεί η αύξηση των στεγαστικών επιτοκίων, καθώς, σύμφωνα με τους αναλυτές, το μέσο στεγαστικό επιτόκιο θα αγγίξει το 6% εντός του 2023, σε μια εποχή κατά την οποία τα κόστη διαβίωσης και ενέργειας συνεχώς αυξάνονται.
Πηγή: avgi.gr