Σε αντίθεση με την επίσημη θέση για το τι συνέβη ανοιχτά της Πύλου έρχεται η έρευνα που είναι σε εξέλιξη, γράφει το πρωτοσέλιδο του Guardian, συνεχίζοντας να αναζητά απαντήσεις για το ναυάγιο με τους εκατοντάδες νεκρούς μετανάστες που συνέβη στα μέσα Ιουνίου. Όπως επισημαίνει το μακροσκελές ρεπορτάζ, διαπιστώνεται αποτυχία παροχής βοήθειας αλλα και αποδείξεις ότι οι δηλώσεις των επιζώντων παραποιήθηκαν.
Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με τον Guardian, οι απόπειρες του ελληνικού Λιμενικού να ρυμουλκήσει το αλιευτικό σκάφος που μετέφερε εκατοντάδες μετανάστες μπορεί να προκάλεσαν τη βύθισή του, ενώ τονίζεται ότι η υπόθεση εγείρει περαιτέρω ερωτήματα καθώς αγνοούνται ακόμα περίπου 500 άνθρωποι.
Δημοσιογράφοι και ερευνητές πήραν περισσότερες από 20 συνεντεύξεις από επιζώντες και βασιζόμενοι σε δικαστικά έγγραφα αλλά και πηγές από το Λιμενικό, προκειμένου να αποδείξουν τις χαμένες ευκαιρίες διάσωσης, αλλά και τις προσφορές για βοήθεια που αγνοήθηκαν. Πολλοί επιζώντες ανέφεραν ότι οι προσπάθειες της ελληνικής ακτοφυλακής να ρυμουλκήσει το σκάφος προκάλεσαν τελικά τη βύθιση. Όμως το Λιμενικό αρνήθηκε σθεναρά ότι επιχείρησε να ρυμουλκήσει το αλιευτικό.
Το βράδυ που το σκάφος βυθίστηκε, 47 ναυτικά μίλια ανοιχτά της Πύλου, αναπαραστήθηκε μέσω διαδραστικού τρισδιάστατου μοντέλου του σκάφους που δημιουργήθηκε από την Forensis, μια ερευνητική υπηρεσία με έδρα το Βερολίνο που ιδρύθηκε από την Forensic Architecture, η οποία διερευνά τα περιστατικά παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η κοινή έρευνα του Guardian, του γερμανικού ARD/NDR/Funk και του ελληνικού Solomon, σε συνεργασία με την Forensis, δίνει έναν από τους πληρέστερους μέχρι σήμερα απολογισμούς για την πορεία του αλιευτικού μέχρι τη βύθισή του.
Ανακαλύπτει δε νέα στοιχεία, όπως το ότι ένα σκάφος του Λιμενικού ήταν αγκυροβολημένο σε πιο κοντινό λιμάνι αλλά δεν στάλθηκε ποτέ στο περιστατικό και ότι οι ελληνικές αρχές δεν απάντησαν στην παροχή βοήθειας από τη Frontex, όχι δύο φορές, αλλά τρεις.
Τα νέα στοιχεία για το ναυάγιο στην Πύλο
Το Forensis χαρτογράφησε τις τελευταίες ώρες πριν από τη βύθιση, χρησιμοποιώντας δεδομένα από το ημερολόγιο του λιμενικού και τη μαρτυρία του καπετάνιου του Λιμενικού, καθώς και διαδρομές πτήσης, δεδομένα θαλάσσιας κυκλοφορίας, δορυφορικές εικόνες και πληροφορίες από βίντεο που τραβήχτηκαν από κοντινά εμπορικά σκάφη και άλλες πηγές. Οι τελευταίες κινήσεις του πλοίου έρχονται σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς του Λιμενικού και αποκαλύπτουν ασυνέπειες στην επίσημη περιγραφή των γεγονότων, συμπεριλαμβανομένης της κατεύθυνσης και της ταχύτητας του αλιευτικού.
Το πιο κρίσιμο σημείο είναι ότι η έρευνα έδειξε ότι το αλιευτικό άρχισε να κινείται προς τα δυτικά συναντώντας το μοναδικό σκάφος του Λιμενικού που στάλθηκε στο σημείο. Σύμφωνα με πολλαπλές μαρτυρίες επιζώντων στον Guardian και στους Έλληνες εισαγγελείς, το Λιμενικό είχε πει στους μετανάστες ότι θα τους οδηγούσε στην Ιταλία – κάτι που έρχεται σε αντίθεση με την επίσημη εκδοχή ότι το αλιευτικό άρχισε να κινείται δυτικά από μόνο του.
Η έρευνα έδειξε επίσης ότι το σκάφος είχε στρίψει νότια και ήταν σχεδόν ακίνητο για τουλάχιστον μία ώρα έως ότου, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των επιζώντων, έλαβε χώρα μια δεύτερη και μοιραία απόπειρα ρυμούλκησης.
Δύο επιζώντες περιέγραψαν την ίδια τη ρυμούλκηση, ενώ τρεις άλλοι, που κάθονταν μέσα ή στο κάτω κατάστρωμα του σκάφους, περιέγραψαν ότι προωθήθηκαν προς τα εμπρός «σαν πύραυλος», όμως ο κινητήρας δεν λειτουργούσε. Αυτό υποδηλώνει προσπάθεια ρυμούλκησης.
Ένας άλλος επιζών είπε ότι άκουσε ανθρώπους να φωνάζουν για ένα σχοινί που προσδέθηκε από τον «ελληνικό στρατό» και περιέγραψε ότι ρυμουλκήθηκε για 10 λεπτά λίγο πριν βυθιστεί. «Αισθάνομαι ότι προσπάθησαν να μας απωθήσουν από τα ελληνικά ύδατα, ώστε να τελειώσει η ευθύνη τους», είπε επίσης επιζών.
Τα δικαστικά έγγραφα δείχνουν επίσης ότι επτά στους οκτώ επιζώντες κατέθεσαν στον εισαγγελέα την παρουσία σχοινιού, ρυμούλκησης και ισχυρής έλξης, σε καταθέσεις που έγιναν στις 17 και 18 Ιουνίου.
Τα «κενά» για τις θερμικές κάμερες και το βίντεο του Λιμενικού
Οι ακριβείς συνθήκες της τραγωδίας δεν μπορούν να αποδειχθούν οριστικά ελλείψει οπτικών στοιχείων. Αρκετοί επιζώντες κατέθεσαν ότι κατασχέθηκαν τα τηλέφωνά τους από τις ελληνικές αρχές και κάποιοι ανέφεραν ότι τραβήξαν βίντεο λίγες στιγμές πριν από τη βύθιση.
Τα ερωτήματα παραμένουν γιατί το νεοαποκτηθέν σκάφος του ελληνικού Λιμενικού που βρισκόταν στο σημείο δεν κατέγραψε την επιχείρηση στις θερμικές κάμερές του. Το σκάφος, που ονομάζεται 920, χρηματοδοτήθηκε κατά 90% από την ΕΕ για την ενίσχυση της Frontex στην Ελλάδα και αποτελεί μέρος των κοινών επιχειρήσεων της συνοριακής υπηρεσίας της ΕΕ. Η Frontex συνιστά ότι «εάν είναι εφικτό, όλες οι ενέργειες που λαμβάνονται θα πρέπει να τεκμηριώνονται με βίντεο».
Στις επίσημες ανακοινώσεις το Λιμενικό ανέφερε ότι η επιχείρηση δεν καταγράφηκε επειδή το πλήρωμα εστίασε στην επιχείρηση διάσωσης. Ωστόσο, μια πηγή από το Λιμενικό που επικαλείται ο Guardian, ανέφερε ότι οι κάμερες δεν χρειάζονται συνεχή χειροκίνητη λειτουργία και είναι εκεί ακριβώς για να καταγράφουν τέτοια περιστατικά.
Παραποιήθηκαν οι μαρτυρίες των επιζώντων;
Έχουν επίσης διατυπωθεί ισχυρισμοί ότι οι δηλώσεις των επιζώντων παραποιήθηκαν. Δόθηκαν δύο γύροι μαρτυριών –πρώτα στο Λιμενικό και μετά στον εισαγγελέα. Όλα είναι στη διάθεση του Guardian. Οι μαρτυρίες στο Λιμενικό από δύο διαφορετικούς επιζώντες, διαφορετικών εθνικοτήτων, είναι λέξη προς λέξη ίδιες όταν περιγράφουν τη βύθιση: «Ήμασταν πάρα πολλοί άνθρωποι στο σκάφος, το οποίο ήταν παλιό και σκουριασμένο… γι’ αυτό ανατράπηκε και βυθίστηκε στο τέλος».
Ενόρκως στον εισαγγελέα, κάποιες μέρες αργότερα, οι ίδιοι επιζώντες περιγράφουν περιστατικά ρυμούλκησης και κατηγορούν το Λιμενικό για τη βύθιση. Ο ίδιος επιζών από τη Συρία που ανέφερε στην κατάθεσή του στο Λιμενικό ότι το σκάφος ανατράπηκε λόγω της παλαιότητας και του συνωστισμού, φαίνεται να κατέθεσε αργότερα: «Όταν την πάτησαν και λυπάμαι που το αναφέρω, το σκάφος μας βυθίστηκε. Πιστεύω ότι ο λόγος ήταν η ρυμούλκηση από το ελληνικό σκάφος».