Δυσοίωνες προβλέψεις για τα όρια συνταξιοδότησης έως το 2070
Η επιδείνωση του δημογραφικού προβλήματος θέτει επώδυνα διλήμματα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων που επιφέρει στο ασφαλιστικό σύστημα, το οποίο χωρίς τη λήψη μέτρων θα οδηγηθεί – αργά αλλά σταθερά – σε κατάρρευση.
Τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ αλλά και οι εκθέσεις διεθνών οργανισμών, όπως ο ΟΟΣΑ καταγράφουν τη δυσοίωνη εικόνα της επιδείνωσης των στοιχείων του δημογραφικού προβλήματος.
Τα όρια συνταξιοδότησης
Μάλιστα ο ΟΟΣΑ στην τελευταία έκθεσή του εκτιμά ότι το 2070 το γενικό όριο του 67ου έτους θα διαμορφωθεί στο 71ου έτος, ενώ το 62ο έτος που είναι το χαμηλότερο όριο στη χώρα μας θα αυξηθεί στα 66 έτη και θα αφορά – κυρίως – τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας.
Ο διεθνής οργανισμός οι άνδρες με πλήρη σταδιοδρομία από την ηλικία των 22 ετών θα μπορούν να συνταξιοδοτηθούν με πλήρη σύνταξη μεταξύ 62 ετών (Κολομβία, Κόστα Ρίκα, Ελλάδα, Κορέα, Λουξεμβούργο και Σλοβενία) και 67 ετών (Δανία, Ισλανδία, Ισραήλ και Νορβηγία). Στις γυναίκες, τα όρια συνταξιοδότησης θα είναι τα ίδια με αυτά των ανδρών καθώς μόνο έξι χώρες έχουν χαμηλότερα όρια σε σχέση με αυτά των ανδρών.
Ο ΟΟΣΑ κατατάσσεται το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας μας μεταξύ των πιο «γενναιόδωρων», καθώς τα ποσοστά αναπλήρωσης συντάξεων βρίσκονται στο 80,8%, όταν ο μέσος όρος των χωρών του Οργανισμού είναι 50,4%.
Προς την κατεύθυνση της λήψης μέτρων για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του δημογραφικού προβλήματος στο ασφαλιστικό, κινούνται και οι «εγχώριες» μελέτες πανεπιστημιακών. Συγκεκριμένα παραθέτουν το δίλημμα ανάμεσα στο οποίο θα κληθεί να επιλέξει το πολιτικό σύστημα της χώρας: Μέτρα σοκ ή χρηματοδότηση του συστήματος με πρόσθετους πόρους ύψους 0,5% του ΑΕΠ.
Το δίλημμα
Το δίλημμα αύξηση ορίων ή κατάρρευση, παραμένει, υπό το βάρος των διαρκώς επιδεινούμενων στοιχείων του δημογραφικού προβλήματος. Κι αυτό ανεξαρτήτως των επιμέρους μέτρων που ενδέχεται να ληφθούν, προκειμένου να βελτιωθούν παραμετρικά προβλήματα του ασφαλιστικού.
Η επιδείνωση αυτή συνίσταται αφενός στην αναμενόμενη αύξηση του προσδόκιμου ζωής, και αφετέρου στην μείωση του πληθυσμού που είναι σε εργασιακή ηλικία (20-64 ετών) που στην Ελλάδα θα φθάσει έως και το 35%.!
Ενδεικτικά είναι τα στοιχεία σύμφωνα με τα οποία – εάν δεν επιλυθεί το οξύτατο εθνικό δημογραφικό πρόβλημα – κατά το έτος 2070, κάθε ένα άτομο ηλικίας άνω των 65 ετών θα αντιστοιχεί σε ένα – ίσως και λιγότερο – άτομο σε ηλικία εργασίας, δηλαδή οικονομικά ενεργό.
Οι επανηλλειμμένες μειώσεις των συντάξεων και οι αυξήσεις των ορίων συνταξιοδότησης, καθίστανται ανενεργές – σε βάθος χρόνου –, εάν δεν βρεθούν λύσεις στο οξυμένο δημογραφικό πρόβλημα.
Η σημερινή επίσημη εικόνα της σχέσης απασχολούμενων συνταξιούχων δείχνει ότι σε κάθε συνταξιούχο αντιστοιχούν 1,5 εργαζόμενοι, ενώ πριν δεκαπέντε χρόνια η σχέση αυτή ήταν κοντά στο ένας συνταξιούχος προς δύο εργαζόμενοι, όταν το ασφαλιστικό σύστημα είχε δομηθεί με την παραδοχή ότι για κάθε τέσσερις εργαζομένους θα υπάρχει ένας συνταξιούχος.
Μέτρα
Μέτρα σοκ ή χρηματοδότηση του συστήματος με πρόσθετους πόρους ύψους 0,5% του ΑΕΠ; Αυτές είναι οι δύο εναλλακτικές λύσεις για το ασφαλιστικό σε βάθος 40 έως 50 ετών, εξαιτίας του οξυμένου δημογραφικού προβλήματος.
Σύμφωνα με μελέτη των πανεπιστημιακών κ. Σ. Ρομπόλη (ομότιμου καθηγητή του Παντείου Πανεπιστημίου) και του αναλογιστή κ. Β. Μπέτση (διδάκτορα στο ίδιο πανεπιστήμιο) που προβάλει τα σημερινά στοιχεία στο έτος 2070, κατά το έτος αυτό « το εργατικό δυναμικό θα μειωθεί σε σχέση με το 2020 κατά 29%, ενώ οι συνταξιούχοι θα αυξηθούν κατά 13% σε σχέση με το 2020».
Η μελέτη για το δημογραφικό των δύο ερευνητών εκτιμά ότι το προσδόκιμο ζωής θα αυξάνεται – συνεχώς – μέχρι το 2065.
Ως εκ τούτου για την χρηματοδότηση της επιβάρυνσης του συστήματος, εξαιτίας της αύξησης του προσδόκιμου ζωής, θα πρέπει να βρεθούν επιπλέον πρόσθετοι πόροι ύψους 0,5% του ΑΕΠ.
Διαφορετικά απαιτούνται εφιαλτικά μέτρα όπως η μείωση των συντάξεων κατά 30%, η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης στα 73 έτη έως το 2060 η αύξηση των εισφορών για την κύρια σύνταξη από 20% που είναι σήμερα σε 27% και στην επικουρική από 6% σε 8,1%.
Πηγή: ΟΤ