Τα εισοδήματα αυξάνονται, αλλά και πάλι δεν φτάνουν, καθώς το κόστος διαβίωσης, ειδικά στέγασης και διατροφής, έχει αυξηθεί πολύ περισσότερο τα τελευταία χρόνια. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει η τελευταία ετήσια έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ (Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας) για το εισόδημα και τις δαπάνες διαβίωσης των νοικοκυριών.
Ετσι, αν και πλέον πάνω από ένα στα πέντε νοικοκυριά (21%) δήλωσε πως το εισόδημά του αυξήθηκε το 2024 σε σύγκριση με το 2023, ποσοστό που είναι το υψηλότερο που έχει καταγραφεί σε έρευνα εισοδήματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ (έρευνα που διενεργείται σε ετήσια βάση από το 2011), το 60% των νοικοκυριών δηλώνει ότι το εισόδημα δεν επαρκεί για όλο τον μήνα. Στο σύνολο των νοικοκυριών, το μηνιαίο εισόδημα επαρκεί μεσοσταθμικά για 23 ημέρες, ενώ για τα νοικοκυριά που το εισόδημά τους τελειώνει πριν από το τέλος του μήνα (60%), αυτό επαρκεί μεσοσταθμικά για 19 ημέρες.
Τα νοικοκυριά που βασίζονται στον μισθό πλήττονται περισσότερο, καθώς το 62% δηλώνει ότι το εισόδημά του δεν επαρκεί για όλο τον μήνα. Ακολουθούν τα συνταξιοδοτούμενα νοικοκυριά (57,3%), ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στους επιχειρηματίες είναι 53,3%. Οι τρεις πρώτες κατηγορίες δαπανών για τις οποίες σταθερά τα νοικοκυριά συνεχίζουν να διαθέτουν τα περισσότερα χρήματα είναι οι λογαριασμοί σπιτιού, τα είδη διατροφής και η θέρμανση, ενώ και οι κατηγορίες δαπανών που αφορούν υγεία – φάρμακα και τη μετακίνηση αντιπροσωπεύουν, επίσης, σημαντικό τμήμα των δαπανών των νοικοκυριών.
Ο μέσος όρος αύξησης εισοδήματος για το 21% των νοικοκυριών που δήλωσαν ότι αυτό συνέβη εντός του 2024 ήταν 14,9%. Ωστόσο θα πρέπει να επισημανθεί ότι για τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα, μια αύξηση της τάξης του 10% ελάχιστα βελτιώνει την οικονομική τους κατάσταση, καθώς εξανεμίζεται από τον πληθωρισμό.
Ο μισθός και η σύνταξη παραμένουν οι βασικές πηγές εισοδήματος για τη μεγάλη πλειονότητα των ελληνικών νοικοκυριών. Συγκεκριμένα, το 50,4% των νοικοκυριών δήλωσε ως κύρια πηγή εισοδήματος τον μισθό, ενώ το 36,2% βασίζεται κυρίως στη σύνταξη. Επιπλέον, το 7,6% των νοικοκυριών αντλεί το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός του από επιχειρηματική δραστηριότητα, ενώ ένα 5,2% βασίζεται σε άλλες πηγές, όπως επιδόματα ή ενοίκια. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει ότι ακόμη και όταν η κύρια πηγή εισοδήματος δεν είναι τα ενοίκια, αποτελεί συμπληρωματική πηγή εσόδων για το 14,2% των νοικοκυριών.
Δήμητρα Μανιφάβα
Πηγή: kathimerini.gr