Οι απειλές του Τραμπ για δασμούς διαταράσσουν τις εμπορικές και πολιτικές σχέσεις ΗΠΑ-ΕΕ. Είναι πραγματικά διατεθειμένος ο πρόεδρος των ΗΠΑ να υλοποιήσει τις αναγγελίες του ή πρόκειται για έναν ακόμα μοχλό πίεσης;
«Η λέξη δασμός είναι η πιο όμορφη σε όλο το λεξικό» είχε πει ο Ντόναλντ Τραμπ, στις 15 Δεκεμβρίου, πριν ακόμα αναλάβει τα καθήκοντα του, δίνοντας το στίγμα για την πολιτική που πρόκειται να ακολουθήσει στον τομέα των διεθνών εμπορικών συναλλαγών.
Τι σημαίνουν όμως πραγματικά αυτοί οι δασμοί και πόσοι εξ αυτών που πολύ συχνά ανακοινώνει ότι θα επιβάλλει ο πρόεδρος των ΗΠΑ πράγματι θα ισχύσουν;
Πρώτα απ’ολα ο δασμός δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας έμμεσος φόρος ο οποίος επιβάλλεται από μία κυβέρνηση στα εισαγόμενα ή εξαγόμενα προϊόντα. Εκτός από πηγή εσόδων για την κυβέρνηση, οι δασμοί στα εισαγόμενα προϊόντα μπορούν επίσης να είναι μια μορφή ρύθμισης του εξωτερικού εμπορίου και πολιτικής που φορολογεί τα ξένα προϊόντα για να ενθαρρύνει ή να προστατεύσει την εγχώρια βιομηχανία.
Το δόγμα ενός «απρόβλεπτου ηγέτη»
Καίριο ερώτημα. Χρησιμοποιούνται οι δασμοί ως μέσο πολιτικής πίεσης;
Για τον Ντόναλντ Τραμπ, η πρακτική της επιβολής δασμών αποτελεί έναν ισχυρό μοχλό πίεσης στην διεθνή πολιτική σκακιέρα. Πρόκειται για μια στρατηγική χρήση των δασμών ως διαπραγματευτικό εργαλείο, δημιουργώντας συνθήκες αβεβαιότητας για τους εμπορικούς του εταίρους. Μάλιστα, εντύπωση προκαλεί η αναθεωρητική του προσέγγιση τόσο απέναντι σε χώρες που έχουν υπάρξει διαχρονικά σύμμαχοι των ΗΠΑ, όσο απέναντι και σε χώρες που διατηρούν μια δυναμική αντιπαλότητας.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πρόσφατη αντιμετώπιση του προς τον Καναδά και το Μεξικό. Ο Τραμπ απείλησε με την επιβολή δασμών, ωστόσο, αντί να τους εφαρμόσει, ώθησε τις δύο χώρες να αναζητήσουν συμβιβασμούς. Το αποτέλεσμα; Η εικόνα ενός ηγέτη που «υποχρεώνει» τους αντιπάλους του σε παραχωρήσεις, χωρίς καν να χρειαστεί να φτάσει στα άκρα.
Αυτού του τύπου οι πρακτικές παραπέμπουν στην θεωρία του Madman, σύμφωνα με την οποία ένας ηγέτης καλλιεργεί την αίσθηση του απρόβλεπτου, αναγκάζοντας τους αντιπάλους του να δρουν με επιφυλακτικότητα, υπό τον φόβο μιας αιφνίδιας κίνησης. Ωστόσο, το ερώτημα παραμένει: μέχρι πότε μπορεί να διατηρηθεί αυτή η τακτική, χωρίς να αποδειχθεί πως πρόκειται για μπλόφα; Απειλές που δεν υλοποιούνται εν τέλει μακροπρόθεσμα τι ισχύ μπορούν να έχουν;
Οι δασμοί της προηγούμενης θητείας
Και κατά την προηγούμενη θητεία του στον προεδρικό θώκο των ΗΠΑ (2017-2021), ο Ντόναλντ Τραμπ είχε προσπαθήσει να επιβάλλει δασμούς σε εισαγόμενα προϊόντα. Οι δασμοί της πρώτης του θητείας αφορούσαν κυρίως προϊόντα εισαγόμενα από την Κίνα, με τις αποφάσεις του αυτές να οδηγούν μάλιστα στον επονομαζόμενο «εμπορικό πόλεμο» μεταξύ των δύο χωρών, που έληξε με την υπογραφή σχετικής συμφωνίας τον Ιανουάριο του 2020.
Τον Ιανουάριο του 2018, ο Τραμπ είχε επιβάλει δασμούς σε φωτοβολταϊκά πάνελ και πλυντήρια ρούχων, οι οποίοι κυμαίνονταν μεταξύ 30–50%, ενώ τον Μάρτιο του 2018, επέβαλε δασμούς στον εισαγόμενα χάλυβα (25%) και στο αλουμίνιο (10%) από τις περισσότερες χώρες, οι οποίοι, σύμφωνα με τη Morgan Stanley, κάλυπταν περίπου το 4,1% των εισαγωγών στις ΗΠΑ. Τον Ιούνιο του 2018, οι δασμοί αυτή επεκτάθηκαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τον Καναδά και το Μεξικό.
Ανάλυση που διεξήxθη τον Μάιο του 2019 από το CNBC διαπίστωσε ότι οι δασμοί της πρώτης θητείας Τραμπ ισοδυναμούν με μία από τις μεγαλύτερες αυξήσεις φόρων στις ΗΠΑ εδώ και δεκαετίες. Μελέτες έχουν δείξει ότι οι δασμοί του Τραμπ μείωσαν το πραγματικό εισόδημα στις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς και ότι επηρέασαν αρνητικά σε σημαντικό βαθμό το ΑΕΠ της χώρας. Ορισμένες μελέτες κατέληξαν επίσης στο συμπέρασμα ότι οι δασμοί επηρέασαν δυσμενώς τους Ρεπουμπλικάνους υποψηφίους στις εκλογές εκείνες της περιόδου.
Οι δασμοί στην ΕΕ
Όσον αφορά την εμπορική σχέση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών, αυτή αποτελεί τη μεγαλύτερη διμερή εμπορική και επενδυτική συνεργασία και την πιο ολοκληρωμένη οικονομική σχέση στον κόσμο.
Από κοινού, αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 30% του παγκόσμιου εμπορίου αγαθών και υπηρεσιών και το 43% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Το 2023 το διατλαντικό εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών υπερέβη μάλιστα τα 1,5 τρισεκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat.
Σχετικά με το ισοζύγιο των συναλλαγών, το 2023 η ΕΕ είχε εμπορικό πλεόνασμα όσον αφορά τα αγαθά και οι ΗΠΑ είχαν πλεόνασμα όσον αφορά τις υπηρεσίες. Συνολικά, η ΕΕ είχε πλεόνασμα 48 δισεκατομμυρίων ευρώ, αλλά αυτό αντιπροσώπευε μόνο το 3% της εμπορικής ροής των 1,6 τρισεκατομμυρίων ευρώ.
Ο Τραμπ, μόλις έναν μήνα μετά την ανάληψη της εξουσίας όμως, ανακοίνωσε την επιβολή δασμού 25% στον χάλυβα και το αλουμίνιο που προέρχεται από την ΕΕ, ο οποίος πρόκειται να τεθεί σε ισχύ στις 12 Μαρτίου. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ δεσμεύτηκε επίσης να εισαγάγει «ανταποδοτικούς τελωνειακούς δασμούς» για να εξισορροπήσει τη φορολόγηση προϊόντων που εισάγονται στις ΗΠΑ με τον τρόπο που φορολογούνται αμερικανικά προϊόντα στο εξωτερικό. «Αν μας φορολογούν κατά 130% και εμείς δεν φορολογούμε, αυτό δεν θα μείνει έτσι», ανέφερε συγκεκριμένα. «Οι δασμοί δεν θα μείνουν αναπάντητοι, θα υπάρξουν αναλογικά αντίμετρα» απάντησε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Πως αναμένεται να επηρεαστεί η ΕΕ
Όπως αναφέρει και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εάν οι ΗΠΑ επιμείνουν στη θέση τους να επιβάλλουν δασμούς σε προϊόντα που παράγονται από εταιρείες της ΕΕ, αυτά θα γίνουν ακριβότερα και ως αποτέλεσμα οι πωλήσεις τους στις ΗΠΑ θα μειωθούν. Αντιστοίχης, εάν η ΕΕ αντιδράσει επιβάλλοντας δασμούς σε προϊόντα των ΗΠΑ, τότε αυτά θα γίνουν πιο ακριβά για τους καταναλωτές της ΕΕ.
Πέραν αυτού όμως, η επιβολή δασμών από τις ΗΠΑ και σε άλλα μέρη του κόσμου θα μπορούσε επίσης να δημιουργήσει προβλήματα στην ΕΕ. Οι επηρεαζόμενες χώρες θα μπορούσαν να αποφασίσουν να ανακατευθύνουν τα προϊόντα τους, που θα ήταν πολύ ακριβά για να πουληθούν στις ΗΠΑ στην Ευρώπη, καθιστώντας σκληρότερο τον ανταγωνισμό για τις εταιρείες της ΕΕ. Καθώς η παγκόσμια οικονομία είναι σε μεγάλο βαθμό αλληλοεξαρτώμενη, θα μπορούσε επίσης να διαταράξει την αλυσίδα εφοδιασμού για πολλές ευρωπαϊκές εταιρείες, καθιστώντας πιο δύσκολη την προμήθεια συγκεκριμένων προϊόντων σε λογική τιμή.
Επίσης, το κλίμα ανασφάλειας που θα διαμορφωθεί είναι επίσης ιδιαίτερα πιθανό να δημιουργήσει μεγάλη αβεβαιότητα για τις εταιρείες, οι οποίες θα μπορούσαν στη συνέχεια να αποφασίσουν να αναβάλουν επενδύσεις που θα έκαναν υπό καλύτερες συνθήκες. Κάτι τέτοιο φυσικά αποτελεί έναν επιπλέον ανασταλτικό παράγοντα για την οικονομική ανάπτυξη.
Ωστόσο, πιο αισιόδοξοι αναλυτές αναφέρουν ότι αυτοί οι δασμοί θα μπορούσαν, επίσης, να οδηγήσουν τρίτες χώρες στο να αποκτήσουν στενότερους δεσμούς με την ΕΕ, ώστε να αντισταθμίσουν τη νέα προσέγγιση των ΗΠΑ για την αύξηση των δασμών.
Πηγή: tovima.gr