Ο τρόπος που διαχειρίστηκε η διπλωματία και από τις δύο πλευρές του Αιγαίου την ελληνική ανακοίνωση του Θαλάσσιου Χωροταξικού σχεδιασμού (ΘΧΣ) επανέφερε στο προσκήνιο τη συζήτηση για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ.
Έξαλλου οι προθέσεις της Αθήνας έγιναν από τη πρώτη στιγμή γνωστές δια στόματος του επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας Γιώργου Γεραπετρίτη ο οποίος μιλώντας το ίδιο βράδυ της ανακοίνωσης του ΘΧΣ , στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του ΣΚΑΙ, έστειλε μήνυμα προς την άλλη πλευρά του Αιγαίου ξεκαθαρίζοντας πως η Χάγη αποτελεί μονόδρομο για την επίλυση των διαφορών σε ό,τι αφορά τις θαλάσσιες ζώνες (υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ) σε Αιγαίο και Αν. Μεσόγειο.
«Εάν αυτή τη στιγμή έχουμε δύο διαφορετικές εκδοχές, την ελληνική εκδοχή και την τουρκική εκδοχή, υπάρχει μία οδός η οποία θα μπορούσε να το επιλύσει, εφόσον θεωρούμε ότι και οι δύο αγόμεθα κυρίως από το διεθνές δίκαιο. Και αυτός είναι ο δρόμος του συνυποσχετικού, να επιλυθεί η διαφορά αυτή για τον καθορισμό της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης. Και αυτό είναι εκείνο που πάντοτε η Ελλάδα τηρεί».
Η αποστροφή αυτή του Γιώργου Γεραπετρίτη επανέφερε αναμφίβολα στη δημόσια συζήτηση την προοπτική κοινής προσφυγής μέσω συνυποσχετικού στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για την επίλυση της διαφοράς που αφορά τις θαλάσσιες ζώνες που είχε παγώσει το προηγούμενο διάστημα.
Ανοίγει παράθυρο διαλόγου;
Ωστόσο, το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στην αντίδραση της Τουρκίας η οποία παρότι προανήγγειλε την κατάθεση δικού της χάρτη που θα αποτυπώνει τις θέσεις της σε Αιγαίο και Αν. Μεσόγειο, εν τούτοις δεν παρέλειψε να αναφερθεί στην αναγκαιότητα «να υιοθετηθεί μια ειλικρινής και ολοκληρωμένη προσέγγιση για την επίλυση των ζητημάτων, με βάση το διεθνές δίκαιο, την ισότητα και την καλή γειτονία στο πλαίσιο της Διακήρυξης των Αθηνών για τις Φιλικές Σχέσεις και την Καλή Γειτονία».
Συνεπώς, εάν αναλογιστεί κανείς πως στην Διακήρυξη των Αθηνών για πρώτη φορά υπάρχει ρητή αναφορά στη δυνατότητα των δύο χωρών να επιλύσουν οποιαδήποτε διαφορά είτε απευθείας είτε «με άλλα μέσα αμοιβαίας επιλογής, όπως προβλέπεται στον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών» (σ.σ βλέπε Χάγη) θα μπορούσε να ισχυριστεί κάπως ανορθόδοξα πως μετά από καιρό έχει ανοίξει ξανά ένα παράθυρο διαλόγου ανάμεσα στις δύο χώρες.
Αυτήν την ανάγνωση ενισχύει και το γεγονός πως σύμφωνα με έμπειρους αναλυτές, τα απώτατα δυνητικά όρια των θαλασσίων ζωνών που αποτυπώνονται στους χάρτες θα μπορούσαν κάλλιστα να αποτελέσουν τη διαπραγματευτική βάση μιας συζήτησης ένθεν κακείθεν στο Αιγαίο που θα έχει ως τελικό στόχο την κατάρτιση ενός κοινού συνυποσχετικού που θα μεταθέτει την επίλυση της διαφοράς στο δικαστήριο. Βέβαια, το κλίμα των ελληνοτουρκικών το τελευταίο διάστημα δεν προϊδεάζει σε καμία περίπτωση πως οι δυο πλευρές θα μπορούσαν να βρίσκονται κοντά σε μια τέτοια εξέλιξη, ωστόσο η συγκεκριμένη ανάγνωση μπορεί να μοιάζει άτοπη και άκαιρη αλλά σε καμία περίπτωση αδύνατη.
Σε αυτό το πλαίσιο δεν θα πρέπει να λησμονείται πως η ελληνική διπλωματία, όπως έγραφε τις προηγούμενες ημέρες το iefimerida, επιμένει πως ακόμη και σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία ο ελληνοτουρκικός δίαυλος θα παραμείνει ενεργός, χωρίς να αποκλείει το ενδεχόμενο ακόμη και της σύγκλησης του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας (Α.Σ.Σ) στο άμεσο μέλλον, παρότι βρίσκεται εδώ και αρκετό καιρό στον αέρα.
Μάλιστα το Σαββατοκύριακο του Πάσχα, ο τουρκικός Τύπος είχε κατακλυστεί από δημοσιεύματα που προεξοφλούσαν πως η σύγκληση του Συμβουλίου θα πραγματοποιηθεί μέσα στον Μάιο στην Άγκυρα όπου στο περιθώριο του Α.Σ.Σ προβλέπεται και συνάντηση μεταξύ του Έλληνα Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και του Τούρκου Πρόεδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο άμεσο μέλλον, παρότι βρίσκεται εδώ και αρκετό καιρό στον αέρα. Παρά ταύτα, κρίσιμη παράμετρος για την ουσιαστική πρόοδο του διαλόγου παραμένει και το κλίμα που θα επικρατήσει στην εσωτερική πολιτική σκηνή και στις δύο πλευρές του Αιγαίου, καθώς η πρόσφατη ιστορική εμπειρία έχει δείξει πως πολλές φορές αποτελεί τον καταλύτη ή τον επιβραδυντή των εξελίξεων στα ελληνοτουρκικά.
Προς αυτήν την κατεύθυνση δεν πρέπει να λησμονείται πως από την ελληνική πλευρά εκκρεμεί και η έκδοση της NAVTEX του ιταλικού ερευνητικού πλοίου που θα επανεκκινούσε τις εργασίες πόντισης του καλωδίου της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας- Κύπρου – Ισραήλ. Υπενθυμίζεται πως η αναστολή της απόφασης για την έξοδο του πλοίου είχε σηκώσει πολλή σκόνη εγχώρια και δεν αποκλείεται αυτό να λειτουργήσει καταλυτικά στην επιτάχυνση της εξόδου στην επίμαχη περιοχή του ερευνητικού σκάφους στο άμεσο μέλλον με τα σενάρια μιας σφοδρής αντίδρασης της Άγκυρας επί του πεδίου μετά από μια τέτοια εξέλιξη να είναι ανοιχτά.
Ωστόσο πηγές με γνώση του τρόπου λειτουργίας της ηγεσίας του ελληνικού ΥΠΕΞ επεσήμαναν στο iefimerida πως το πιθανότερο σενάριο είναι η επανεκκίνηση των εργασιών ανοιχτά της Κάσου να ξεκινήσει μετά την επικείμενη συνάντηση Μητσοτάκη -Ερντογάν.
Πηγή: iefimerida.gr