Σοκ προκαλούν οι φωτογραφίες που έδωσε στη δημοσιότητα η Αστυνομία στο Κονέκτικατ και οι οποίες απεικονίζουν το σπίτι στο οποίο φέρεται να βασανιζόταν για χρόνια, από την παιδική του ηλικία, ένας άνδρας που είναι σήμερα 32 ετών.
Υπενθυμίζουμε ότι ο 32χρονος, μην αντέχοντας άλλο τις συνθήκες εγκλεισμού και εξαθλίωσης, έβαλε φωτιά στο σπίτι, για να έρθει η Πυροσβεστική και Αστυνομία και να γλιτώσει από το μαρτύριο στο οποίο φέρεται να τον υπέβαλλε η μητριά του.
Οι φωτογραφίες που αποκαλύπτουν το μαρτύριο
Οι φωτογραφίες οι οποίες δημοσιεύτηκαν τη Δευτέρα από το Αστυνομικό Τμήμα Waterbury δείχνουν αρκετά δωμάτια σε ακαταστασία και τοίχους μαυρισμένους από τη φωτιά. Σοροί ρούχων και σκουπίδια είναι πεταμένα σε όλο το -εγκαταλελειμμένο- σπίτι, ενώ μία στοίβα από καμένα ρούχα βρίσκεται πάνω σε δύο πλαστικά δοχεία αποθήκευσης, τα οποία φαίνεται να έχουν παραμορφωθεί και λιώσει από την έντονη θερμότητα.
Οι εικόνες, όπως αναφέρει η nypost, αποκαλύπτουν τις άθλιες συνθήκες στις οποίες φέρεται να ζούσε ο άνδρας στο Κοκέκτικατ για περισσότερα από 20 χρόνια, κλεισμένος σε ένα μικρό δωμάτιο στο οποίο τον είχε φυλακίσει η μητριά του. Στις φωτογραφίες φαίνονται πολλές πόρτες του σπιτιού, συμπεριλαμβανομένης μίας που έχει ενισχυθεί πρόχειρα με βαμμένο κόντρα πλακέ. Ωστόσο, δεν είναι σαφές αν πρόκειται για την πόρτα της μικρής αποθήκης στην οποία ο άντρας φέρεται να ήταν κλεισμένος.
Ο 32χρονος, όταν απεγκλωβίστηκε από τη φωτιά, ανέφερε στην Αστυνομία ότι η μητριά του, Κίμπερλι Σάλιβαν, 57 ετών, αποτελούσε στην πραγματικότητα τη σκληρή δεσμοφύλακά του από την ηλικία των 11 ετών. Η Σάλιβαν, η οποία συνελήφθη αρχικά, αφέθηκε ελεύθερη μετά την καταβολή εγγύησης ύψους 300.000 δολαρίων και υποστηρίζει ότι είναι αθώα.
Ωστόσο, αντιμετωπίζει κατηγορίες για σοβαρή σωματική βλάβη, απαγωγή, παράνομη κράτηση, κακοποίηση και επικίνδυνη αμέλεια. Ο θετός της γιος, του οποίου το όνομα δεν έχει δημοσιευτεί, είπε στις Αρχές ότι είχε στερηθεί τροφή και νερό τα περισσότερα χρόνια της ζωής του, ενώ μερικές φορές αναγκαζόταν να πίνει νερό από την τουαλέτα για να παραμείνει ζωντανός. Κατά τη διάρκεια της παιδικής του ηλικίας, ήταν τόσο πεινασμένος που έκλεβε τα γεύματα από τους συμμαθητές του ή έτρωγε από τα σκουπίδια.
Μετά τον θάνατο του βιολογικού του πατέρα το 2024, το θύμα είπε στην Αστυνομία ότι η κατάσταση του εγκλεισμού του έγινε ακόμα πιο σκληρή, λέγοντας ότι ήταν κλεισμένος στο μικρό αυτοσχέδιο κελί σχεδόν 24 ώρες το 24ωρο, προτού βάλει φωτιά για να σωθεί, ενώ παράλληλα υπήρχαν απειλές για ακόμα μεγαλύτερους εγκλεισμούς ή στέρηση τροφής.
Όταν τον έβγαλαν από τις φλόγες στις 11 Μαρτίου, οι εισαγγελείς είπαν ότι ήταν τόσο αδύνατος και εξαντλημένος, που η εμφάνισή του συγκρίθηκε με εκείνη των θυμάτων του Ολοκαυτώματος, περιγράφοντάς τον ως έναν εξαιρετικά εξασθενημένο άντρα, «χωρίς υπερβολή, όμοιο με επιζώντα από το στρατόπεδο εξόντωσης του Άουσβιτς».
Ο αρχηγός της Αστυνομίας του Waterbury, Φερνάντο Σπανιόλο, χαρακτήρισε τις λεπτομέρειες της υπόθεσης «τρομακτικές» σε συνέντευξη Τύπου μετά τη σύλληψη της Σάλιβαν, λέγοντας ότι, στα 33 χρόνια του στην Αστυνομία, το σπίτι της φρίκης είναι η χειρότερη μεταχείριση της ανθρώπινης ζωής που έχει ποτέ δει.