Ο Δρ Χαράλαμπος Κράνης, Διευθυντής του Εργαστηρίου Μελέτης και Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών στο ΕΚΠΑ, εξηγεί πώς παρακολουθείται το φαινόμενο των σεισμών, πια.
Το βράδυ της Δευτέρας κατεγράφη στην Bόρεια Εύβοια σεισμός μεγέθους 4.5 βαθμών που έγινε αισθητός στην Αττική.
Ήταν ο τελευταίος της μεγάλης σειράς του συγκεκριμένου φαινομένου για αυτό το καλοκαίρι, με τους καθ’ ύλην αρμοδίους να λένε πως δεν ανησυχούν, καθώς πρόκειται για συνήθη δραστηριότητα στη συγκεκριμένη περιοχή -της υψηλής σεισμικότητα. Δεν υπάρχουν δηλαδή, περί του αντιθέτου στοιχεία.
Άρα δεν χρειάζονται σχόλια του τύπου «η περιοχή μπορεί να δώσει πολύ μεγαλύτερο σεισμό» γενικότερα. Ας μείνουμε στο ειδικότερα. Στο τώρα.
Εξυπακούεται πως η κατάληξη των δηλώσεων που κάνουν σεισμολόγοι σε εκπομπές είναι αυτή που όλοι ξέρουμε όλοι.
Ναι.
Πως «το φαινόμενο παρακολουθείται».
Τον τελευταίο καιρό ωστόσο, αυτό το ‘παρακολουθείται’ συμβαίνει πιο εμπεριστατωμένα από ποτέ, καθώς είναι σε εξέλιξη η δημιουργία βάσης δεδομένων με τα ενεργά ρήγματα. Eκπονείται υπό την εποπτεία/συντονισμό του ΟΑΣΠ (Οργανισμός Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας).
Το επιστημονικό έργο άρχισε προ διετίας και αναμένεται να ‘βγει’ στον αέρα το επόμενο χρονικό διάστημα. Εκτιμάται πως θα βοηθήσει στην ολοκλήρωση των στοιχείων, με τα πολλά ενεργά ρήγματα της χώρας μας.
Ειρήσθω εν παρόδω, η βάση είναι «δυναμική», με την έννοια ότι έχει τη δυνατότητα να ενσωματώνει τα νέα επιστημονικά δεδομένα και έτσι οι επιστήμονες είναι σε θέση να γνωρίζουν καλύτερα τι θεωρείται φυσιολογικό και τι ανησυχητικό σε κάθε περιοχή, έπειτα από κάθε σεισμό.
Η πραγματικότητα των ρηγμάτων στην Ελλάδα
Είναι γεγονός πως κάποια ρήγματα του ελλαδικού χώρου μπορούν να δώσουν ισχυρούς σεισμούς. Μέσα στο καλοκαίρι αναφέρθηκε ως παράδειγμα ένα στην περιοχή της Θεσσαλίας που είχε πλήξει τη Λάρισα το 1941, με μέγεθος της τάξης των 6.2 βαθμών.
Είχε ειπωθεί πως μπορεί να δώσει μεγαλύτερο σεισμό κάποια στιγμή, πληροφορία που είναι πραγματική, αλλά δίχως κάποια χρησιμότητα στην παρούσα φάση. Βλέπετε, δεν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν πως απειλούμαστε άμεσα.
Ή στο εγγύς μέλλον.
Κοντολογίς, είναι αρκετά τα ρήγματα που μπορούν να δώσουν μεγάλους σεισμούς κάποτε, αλλά αυτό λέγεται ‘κινδυνολογία’ όταν δεν υπάρχουν δεδομένα που να αποκαλύπτουν άμεση απειλή.
Την αφήσαμε κατά μέρους, στην επικοινωνία μας με τον Δρ Χαράλαμπο Κράνη, αναπληρωτή καθηγητής τεκτονικής γεωλογίας και γεωλογικής χαρτογράφησης και Διευθυντή Εργαστηρίου Μελέτης και Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
«Από το 2022 παρατηρείται αυξημένη σεισμική δραστηριότητα στην Εύβοια»
Το πρώτο πράγμα που του ζητήσαμε ήταν να εξηγήσει τι σημαίνουν οι πολλές σεισμικές δονήσεις που σημειώνονται τους τελευταίους μήνες στη χώρα, με τελευταία αυτήν στην Εύβοια.
«Τα τελευταία χρόνια -και ιδίως από το 2022 και έπειτα- παρατηρείται αυξημένη σεισμική δραστηριότητα στην Εύβοια, τόσο στη βόρεια, όπου εκδηλώθηκε ο σεισμός της Δευτέρας, μεγέθους 4.6, όσο και στην κεντρική (περιοχή Ψαχνών), αλλά και στη νότια (Κάρυστος).
Είναι περιπτώσεις τις οποίες παρακολουθούμε και μελετάμε, προκειμένου να κατανοήσουμε τις δομές (δηλαδή τα ρήγματα) που προκαλούν τους σεισμούς αυτούς, δεδομένου ότι λίγα είναι γνωστά στον χερσαίο χώρο για τα ενεργά ρήγματα της Εύβοιας.
Kάποια από αυτά μπορεί να είναι προεκτάσεις, ή να συνδέονται με υποθαλάσσια ρήγματα στο κεντρικό Αιγαίο.
«Κάποιες περιπτώσεις, ωστόσο, όπως η σεισμική ακολουθία στην περιοχή Ψαχνών είναι πιο “προβληματικές” και σε αυτές έχουμε εστιάσει το τελευταίο χρονικό διάστημα, δεδομένου μάλιστα ότι βρίσκονται κοντά σε μεγάλα πληθυσμιακά κέντρα -όπως η Χαλκίδα».
Πολλοί σεισμοί κατεγράφησαν μέσα στο καλοκαίρι και κοντά στην Κρήτη. Είναι και αυτές, όπως της Εύβοιας σύνηθες φαινόμενο;
«Είναι κάτι που παρακολουθούμε πάρα πολύ στενά. Από το Φεβρουάριο του 2021 και το Αρκαλοχώρι (ο σεισμός ήταν μεγέθους 6 βαθμών) υπάρχει μια γενικότερη διέγερση στην περιοχή της Κρήτης.
Αυτό είναι αλήθεια. Είναι όμως, και κάτι το φυσιολογικό.
Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να διευκρινίσουμε δυο πράγματα που δεν έχουν ακουστεί πολύ.
Υπάρχουν δυο κατηγορίες σεισμών που πλήττουν την Κρήτη.
Ο ένας είναι τύπου Αλκαροχωρίου, δηλαδή οι χερσαίοι σεισμοί (σεισμοί που οφείλονται σε ρήγματα, τα οποία βρίσκονται στην ξηρά και δίνουν σεισμούς μέτριου μεγέθους -ωστόσο λόγω της μικρής επικεντρικής απόστασης και του εστιακού τους βάθους, μπορεί να είναι αρκετά καταστρεπτικοί.
Η άλλη κατηγορία σεισμών είναι οι υποθαλάσσιοι που μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτεροι. Δεν θα φτάσουμε να κινδυνολογούμε και να πούμε πως θα φτάσουν τα 8 Ρίχτερ, αλλά μπορεί να έχουμε και μεγάλους σεισμούς.
Για αυτό έγινε και πριν λίγους μήνες έγινε η μεγάλη άσκηση «Μίνωας» της Πολιτικής Προστασίας στην Κρήτη».
Ήταν η μεγαλύτερη αντισεισμική άσκηση που έχει γίνει στην Ελλάδα και βάσει των εξαγγελιών, κάθε χρόνο θα γίνεται σε διαφορετική περιοχή της Ελλάδας.
Στις αρχές Ιουλίου σημειώθηκε η πρώτη μιας σειράς σεισμικών δονήσεων που ‘κράτησαν’ έως τον Αύγουστο (τα ξημερώματα της 13ης, στα νότια του Ηρακλείου), σε θαλάσσια περιοχή.
Ομολογουμένως, είναι πολλά αυτά που έχουμε να διαχειριστούμε στην Ελλάδα, σε επίπεδο επιβίωσης για να προσθέτουμε αχρείαστες σημειώσεις σε μια πραγματική και απειλητική για τη ζωή μας λίστα.
Ο Δρ Κράνης εξήγησε ότι «η πιο πρόσφατη ιστορική αναφορά πολύ μεγάλου σεισμού (σχεδόν μέγα-σεισμού) που έχουμε για την Κρήτη είναι αυτή του 365».
Στις 21/7 του 365 είχε γίνει σεισμός ο σεισμός των 8.2-8.3 βαθμών , με επίκεντρο κοντά στις ακτές της δυτικής Κρήτης. Έχει καταγραφεί ως ο ισχυρότερος σεισμός που έχει καταγραφεί στη Μεσόγειο.
Υπήρχε ανύψωση των ακτών και το γιγάντιο τσουνάμι που αναπτύχθηκε σε όλη την ανατολική Μεσόγειο. Τα δεδομένα δεν επιτρέπουν τον προσδιορισμό της πηγής, ωστόσο υπάρχουν πολλά στοιχεία που δείχνουν ότι ο σεισμός αυτός πιθανόν να έγινε στο όριο της επαφής των δυο πλακών της Αφρικής.
«Έχει διευκρινιστεί από τους επιστήμονες πως στους σεισμούς 8.2 και 8.3 δεν έχει σημασία το πού είναι το υπόκεντρο ή εστία (βλ. το σημείο όπου ξεκινάει ο σεισμός), όσο η επιφάνεια διάρρηξης».
Υπόκεντρο είναι το σημείο όπου ξεκινάει ο σεισμός.
Eπίκεντρο είναι η γεωμετρική προβολή της εστίας στην επιφάνεια της γης
Σε μεγάλα μεγέθη η κλίμακα Ρίχτερ δεν χρησιμοποιείται για τεχνικούς και επιστημονικούς λόγους.
Το 365 ήταν τεράστια στο μήκος της. Εκτιμάται πάνω από 400 χιλιόμετρα -έπιασε από τα Κύθηρα μέχρι την Ιεράπετρα.
Ο Δρ Κράνης διευκρινίζει πως «σεισμοί τέτοιου μεγέθους έχουν πολύ μεγάλες περιόδους επανάληψης. Μόνο ιστορικά μπορούμε να τους δούμε. Γενικά ωστόσο, υπάρχει μια διέγερση και παρακολουθούμε όσα συμβαίνουν, όχι μόνο στην Κρήτη αλλά και στη Δυτική Πελοπόννησο, στον Κορινθιακό».
ΔΕΝ ΣΥΝΔΕΟΝΤΑΙ ΟΙ ΣΕΙΣΜΟΙ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ
Ρωτήσαμε τον Δρ Κράνη αν αυτές οι πολλές σεισμικές δονήσεις έχουν να κάνουν με την κλιματική κρίση;
«Ρητά και κατηγορηματικά όχι. Τα συγκεκριμένα φαινόμενα, τουλάχιστον στην κλίμακα που μιλάμε δεν είναι αλληλένδετα. Δεν αλληλοσυνδέεται. Δεν έχουμε σεισμόκαιρο, όπως ακούγεται συχνά, μεταξύ αστείου και σοβαρού».
Fact: ο Βαυαρός διευθυντής του Εθνικού Αστεροσκοπειου Αθηνών, Julius Schmidt, στον οποίον πιστώνεται ο πρώτος ίσως χάρτης ενεργού ρήγματος παγκοσμίως (το ρήγμα που έδωσε τον σεισμό της Ελίκης το 1861), προσπαθούσε να συνδέσει την εκδήλωση των σεισμών με τις καιρικές συνθήκες, δίχως επιτυχία.
«Δεν μπορώ να πω ότι η κλιματική αλλαγή μπορεί να επηρεάσει την κίνηση των πλακών. Αν την επηρεάσει, θα γίνει σε γεωλογική κλίμακα. Όχι ανθρώπινη. Δηλαδή, σε κλίμακες εκατομμυρίων ετών».
Πηγή:news247.gr