«Το πάρτι που περιμέναμε δεν θα γίνει» είναι η φράση που περιγράφει καλύτερα την κατάσταση που επικρατεί αυτή την στιγμή στην ελληνική τουριστική αγορά.
Μετά από ένα πολύ ικανοποιητικό πρώτο τρίμηνο στις κρατήσεις που καλλιέργησε προσδοκίες για μία πολύ δυνατή χρονιά και νέα ρεκόρ, η συνέχεια ήταν μάλλον πιο υποτονική. Το αποτέλεσμα είναι να αρχίζουν να διατυπώνονται οι πρώτες απαισιόδοξες εκτιμήσεις όσον αφορά την επίτευξη του στόχου των νέων ρεκόρ σε αφίξεις και έσοδα. Οι υψηλές τιμές, τα ακριβότερα τουριστικά πακέτα, οι πληθωριστικές πιέσεις, το ενεργειακό κόστος, η μείωση της όρεξης για ταξίδια, και ο ανταγωνισμός από γειτονικές χώρες όπως η Τουρκία, θεωρούνται αιτίες αυτής της αλλαγής πλεύσης του τουριστικού ρεύματος.
Τουρισμός: Ανθίζει… μακριά από Μύκονο και Σαντορίνη
Ο πιο αδύναμος κρίκος
Μέχρι στιγμής ο πιο «αδύναμος κρίκος» του ελληνικού τουρισμού όσον αφορά τις αφίξεις είναι κυρίως η Μύκονος που εμφανίζει μείωση κατά 24,3% στις αεροπορικές αφίξεις το πρώτο πεντάμηνο του έτους σε σύγκριση με το 2019 και μείωση 20,4% σε σχέση με το 2022.
Στη Μύκονο είχαμε τον Μάϊο πρόβλημα ζήτησης όπως το ίδιο καταγράφεται και για τον Ιούνιο αναφέρεις τον ot.gr στέλεχος μεγάλης εταιρείας διαχείρισης ξενοδοχείων. Το πρόβλημα είναι πολυπαραγοντικό και αφορά τόσο τις πολύ υψηλές τιμές όσο και τη κακή δημοσιότητα των τελευταίων μηνών με τους ελέγχους στις παράνομες κατασκευές κ.λ.π.
Γενικότερα σε πολλούς προορισμούς καταγράφεται μια χαλαρότητα και, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, στην Κρήτη αυτήν τη στιγμή οι πληρότητες για το δίμηνο Ιουλίου-Αυγούστου είναι στο 60% χωρίς να σημαίνει ότι οι φθινοπωρινοί μήνες είναι πολύ καλύτεροι.
Αισιοδοξία για το τέλος της μέρας
Οι περισσότεροι, όμως, βλέπουν το ποτήρι μισογεμάτο και θεωρούν ότι το κλείσιμο του έτους θα είναι έστω και οριακά καλύτερο από το 2019, τη χρονιά ρεκόρ των 32 εκατ. αφίξεων και των 18,3 δις. ευρώ τουριστικών εισπράξεων.
Οι αφίξεις
Συνολικά πάντως τα περιφερειακά αεροδρόμια που ελέγχονται από την Fraport κατέγραψαν στο πρώτο πεντάμηνο του έτους, άνοδο των διεθνών αφίξεων κατά 15,6% σε σχέση με το 2022 και 7,6% σε σύγκριση με το 2019.
Αντίστοιχα στο αεροδρόμιο της Αθήνας το πρώτο πεντάμηνο του τρέχοντος έτους καταγράφηκε άνοδος των αφίξεων κατά 4,9% σε σύγκριση με το 2019 και 45,1% σε σχέση με το 2022.
Η αύξηση της ζήτησης αποτυπώνεται και στην στρατηγική της Aegean, το θερινό πρόγραμμα δρομολογίων της οποίας, είναι φέτος το μεγαλύτερο στην ιστορία της. Συγκεκριμένα, η AEGEAN, το 2023, θα επιχειρεί με 76 αεροπλάνα και θα προσφέρει συνολικά 18 εκατ. θέσεις. Οι 11 εκατ. από αυτές είναι θέσεις εξωτερικού, 2 εκατ. περισσότερες συγκριτικά με το 2022 και 800 χιλιάδες περισσότερες από το 2019.
Επιπλέον και η Sky Express καταγράφει αύξηση 175% στις προσφερόμενες θέσεις από / προς το «Ελ. Βενιζέλος» -συγκριτικά με την αντίστοιχη θερινή περίοδο του 2019 και σημειώνει τη θερινή περίοδο του 2023 αύξηση 22% στους εκτιμώμενους επιβάτες στο Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών -από 1.910.000 τη θερινή περίοδο του 2022 σε 2.330.000 την αντίστοιχη περίοδο του 2023.
Δύο ταχύτητες
Η χώρα έχει ζήτηση αλλά πάντα υπάρχουν δυο ταχύτητες, λέει από την πλευρά της η Κωνσταντίνα Σβύνου πρόεδρος του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ), Αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων (ΠΟΞ) και πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων της Κω. Κάποιες περιοχές πάνε καλύτερα κάποιες λιγότερο καλά. Πιο αισιόδοξη από κάποιους συναδέλφους της εκτιμά ότι τα «νούμερα» του 2019 θα καλυφθούν και θα ξεπερασθούν αλλά «δεν μπορούμε να μιλήσουμε με απόλυτη αβεβαιότητα».
Ο αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Τουριστικών Γραφείων Δυτικής Κρήτης, της FedHatta και του ΣΕΕΝ κ. Αντώνης Γελασάκης, διευθύνων σύμβουλος του Gelasakis Group, εκτιμά από την πλευρά του ότι «αυτό που περιμέναμε δεν ήρθε». Ούτε ο Μάιος ήταν τόσο δυναμικός όσο έδειχναν οι προηγούμενοι μήνες, ούτε ο Ιούνιος ενώ και οι επόμενοι μήνες δεν έχουν μια ιδιαίτερη δυναμική. Είναι μια καλή χρονιά αλλά όχι αυτό που αναμέναμε.
Η μέση ταξιδιωτική δαπάνη
Η κα Σβύνου καταγράφει μια «γκρίνια» και από τους υπόλοιπους κλάδους που εμπλέκονται στον τουρισμό (εστίαση, κ.λπ.) και συμφωνεί με την εκτίμηση τους ότι ο ταξιδιώτης φέτος ξοδεύει από πέρυσι. Αυτί θα αποτυπωθεί και στη μέση ταξιδιωτική δαπάνη από την Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία αναμένεται να είναι μικρότερη από άλλες χρονιές καθώς ο ταξιδιώτης δαπανά ΄λιγότερα χρήματα στον προορισμό λέει η κα. Σβυνου.
Ο κ. Γελασάκης που δραστηριοποιείται επιχειρηματικά τόσο στον ξενοδοχειακό τομέα όσο και στην αγορά ενοικίασής αυτοκινήτων αλλά στην τουριστικών γραφείων, διαπιστώνει και ο ίδιος ότι η αγοραστική δύναμη του μέσου τουρίστα έχει μειωθεί και ξοδεύει πολύ λιγότερα σε σχέση με άλλες χρονιές. Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά η ζήτηση στα ενοικιαζόμενα αυτοκίνητα δεν είναι ισχυρή με αποτέλεσμα οι τιμές να είναι χαμηλότερες από πέρυσι.
Οι τιμές
Την ίδια στιγμή είναι σε εξέλιξη μία συζήτηση για το πιο τμήμα της τουριστικής βιομηχανίας ενοχοποιείται περισσότερο για την έκρηξη του κόστους του τουριστικού πακέτου.
Οι εκπρόσωποι των αεροπορικών εταιρειών δείχνουν τους ξενοδόχους και αυτοί με την σειρά τους θεωρούν ότι οι τιμές των αεροπορικών εισιτηρίων έχουν αυξηθεί υπέρμετρα. Πάντως και οι δυο πλευρές έχουν τα «δίκια τους». Οι αεροπορικές εταιρείες επικαλούνται τα υψηλά κόστη καυσίμων και τα ξενοδοχεία, την αύξηση του ενεργειακού κόστους, του κόστους τροφίμων και το μισθολογικό. Και οι δυο αν και δεν τον ομολογούν εύκολα αξιοποιούν βέβαια και τον νόμο της προσφοράς και ζήτησης.
Ξενοδοχειακός παράγων εκτιμά ότι το μέσο τουριστικό πακέτο έχει αυξηθεί σχεδόν 50% καθώς 35% αυξήθηκαν οι τιμές των αεροπορικών εισιτηρίων και 15% των ξενοδοχείων.
Όσον αφορά τις τιμές των ξενοδοχείων η κα Σβύνου θεωρεί ότι η «αναταραχή» που προκλήθηκε από το αυξημένο ενεργειακό κόστος, τις πληθωριστικές πιέσεις αλλά και την άνοδο της ζήτησης δεν έχει ακόμη καταλαγιάσει και δεν έχουν βρεθεί οι νέες ισορροπίες. Για την κα Σβύνου η μέση αύξηση των τιμών στα ξενοδοχεία σύμφωνα με έρευνα του ΙΤΕΠ ήταν της τάξεως του 10,7% η οποία όμως δεν είναι ικανή να καλύψει τα αυξημένα κόστη λειτουργίας (αύξηση μισθών, ενεργειακού κόστους και τροφίμων).
Ο κ. Γελασάκης εκτιμά ότι οι τιμές στα ξενοδοχεία στην Κρήτη που υπάρχει και μεγάλος ανταγωνισμός, δεν είναι υψηλές, χωρίς να αρνείται ότι υπάρχουν και μεμονωμένες ακραίες περιπτώσεις.
Οι τιμές θα πρέπει να έχουν ένα ταβάνι εκτιμά ο πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Ηρακλείου Νίκος Χαλκιαδάκης, οποίος κατακρίνει κάποιες ακραίες καταστάσεις. Το ταβάνι αυτό θα πρέπει να το λάβουμε υπόψη εμείς στην Κρήτη που δουλεύουμε με τον μέσο ευρωπαίο τουρίστα προσθέτει.
Πάντως η κα Σβύνου θεωρεί ότι ακόμη το ελληνικό ξενοδοχειακό προϊόν είναι υποτιμημένο.
Υπενθυμίζεται ότι η Υπουργός Τουρισμού Ιωάννα Δρέττα σε πρόσφατη συνέντευξη της στον ot.gr αναφέρθηκε και στο θέμα των τιμών και τόνισε ότι όλοι εμπλεκόμενοι πρέπει να συνειδητοποιήσουν «πως η επιτυχία δεν είναι ευκαιριακή και πως η ανατίμηση προϊόντων και υπηρεσιών είναι σε ευθεία αναλογία με τη βελτίωση της ποιότητάς τους, αλλά και της ποιότητας των προορισμών και των υποδομών τους που υποδέχονται τις τεράστιες ροές. Ο αδυσώπητος διεθνής ανταγωνισμός δε θα μας συγχωρήσει τον παραμικρό εφησυχασμό».
Οι πληγές του AirBnb και της έλλειψης προσωπικού
Ένα μεγάλο μέρος πάντως των αφίξεων δεν βρίσκει τ δρόμο για τα ξενοδοχεία αλλά κατευθύνεται στα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης τύπου AirBnb. Η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο σχολιάζει ξενοδόχος της Κρήτης και φέρνει ένα εντυπωσιακό παράδειγμα. Περίπου 50 υπάλληλοι ενός ξενοδοχείου διαθέτουν παράλληλα καταλύματα AirBnb. Στην Κρήτη τα καταλύματα αυτού του τύπου έχουν αυξηθεί σημαντικά λέει ο κ. Γελασάκης και προσθέτει ότι αυτό που αναζητείται είναι να λειτουργούν ισόνομα και ισότιμα με τα ξενοδοχεία για να μην αναπτύσσεται αθέμιτος ανταγωνισμός, όπως συμβαίνει τώρα.
Όσον αφορά τις ελλείψεις σε προσωπικό και πως αντιμετωπίζεται σε συνάρτηση και με το μισθολογικό κόστος, τώρα πλέον δεν υπάρχει καμία διαπραγμάτευση αναφέρει άλλος ξενοδόχος στον ot.gr. Ο εργαζόμενος προτείνει την αμοιβή και ο ξενοδόχος την αποδέχεται η όχι.
Τέλος και ανεξάρτητα πως θα κλείσει η χρονιά, ιδιαίτερη αξία έχει αυτό που τόνισε η Υπουργός Τουρισμού Ιωάννα Δρέττα στην συνέντευξη της στον ot.gr πως «οι μεγάλες προκλήσεις της χώρας είναι η διαχείριση των προορισμών και κυρίως εκείνων που έχουν αυξημένες ροές τουριστών, η σχέση ποιότητας και τιμής των υπηρεσιών, η εύρεση προσωπικού για πολλές διαφορετικές θέσεις, η διαχείριση του αυξημένου κόστους για τις επιχειρήσεις και τελικά το να φύγουν ικανοποιημένοι οι περίπου 30 εκ. τουρίστες που έρχονται στη χώρα μας με μία πολύ μεγάλη προσδοκία».
Πηγή:ot.gr