Υδρογονάνθρακες: Πώς επιθεώρησαν οι επιστήμονες τα μέτρα για τη θαλάσσια ζωή στις έρευνες της Κρήτης

14'

Μέχρι το τέλος του 2024 η ExxonMobil αναμένεται να λάβει την απόφαση για το αν θα πραγματοποιήσει ή όχι ερευνητική γεώτρηση εντοπισμού πιθανών κοιτασμάτων σε υδρογονάνθρακες στις θαλάσσιες παραχωρήσεις της Κρήτης.

Το σχετικό νέο έκανε γνωστό στη διάρκεια του EastMed Gas Forum που συνεδρίασε στα τέλη του Μαίου στην Αθήνα ο γενικός διευθυντής της ExxonMobil Cyprus κ. Βαρνάβας Θεοδοσίου, ενώ στην ίδια εκδήλωση ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Θόδωρος Σκυλακάκης έκανε γνωστό πως αν γίνουν ερευνητικές γεωτρήσεις στην Ελλάδα αυτές θα πραγματοποιηθούν στα τέλη του 2025 με αρχές του 2026.

«Η Green Team» στις σεισμικές έρευνες της Κρήτης

Τελευταία πράξη πριν τη λήψη της επενδυτικής απόφασης για τις γεωτρήσεις στα θαλάσσια μπλοκ «Δυτικά της Κρήτης» και «Νοτιοδυτικά της Κρήτης» ήταν αυτής της διενέργειας των τρισδιάστατων γεωφυσικών ερευνών που έγιναν με ειδικό σκάφος της εξειδικευμένης εταιρείας PGS στο διάστημα 24 Φεβρουαρίου με 19 Μαρτίου.

Πέρα από το ενδιαφέρον που εκδηλώνεται αναφορικά με το περιεχόμενο των σεισμικών δεδομένων, δηλαδή αν εντοπίστηκαν στο θαλάσσιο υπέδαφος της Κρήτης κοιτάσματα φυσικού αερίου από τον εξοπλισμό του RAMFORM HYPERION, μία πτυχή που δεν έχει γίνει ευρέως γνωστή είναι αν αυτές οι εργασίες επηρεάζουν το θαλάσσιο περιβάλλον και τη θαλάσσια ζωή.

Το σεισμογραφικό σκάφος RAMPHORM HYPERION της PGS

Ο ΟΤ αναζήτησε και μίλησε με επιστήμονες του ΕΛΚΕΘΕ, της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων (ΕΔΕΥΕΠ), της GeoMar της εταιρείας παροχής υπηρεσιών στον τομέα των υδρογονανθράκων που συμμετείχαν στις σεισμικές έρευνες της Κρήτης αλλά και του Ιονίου Πελάγους. Βάσει της νομοθεσίας, του περιβαλλοντικού σχεδίου δράσης που εγκρίνεται από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και των πρωτοκόλλων ασφαλείας μία ομάδα ειδικών συνοδεύει με ειδικά σκάφη και επιθεωρεί με δικό της εξοπλισμό τις σεισμικές έρευνες. Ελέγχει την τήρηση των αρχών προστασίας του περιβάλλοντος.

Πρόκειται για μία «Green Team» που συγκροτείται στη διάρκεια των εργασιών για την καταγραφή πιθανών κοιτασμάτων σε υδρογονάνθρακες.

Πρωτόκολλα προστασίας περιβάλλοντος

Ο κ. Σπύρος Σπίνος, Environmental & GIS Manager της ΕΔΕΥΕΠ, λέει στον ΟΤ «τα τελευταία δυόμιση χρόνια έχουν πραγματοποιηθεί στην Ελλάδα οκτώ σεισμογραφικές έρευνες για τη συλλογή δισδιάστατων και τρισδιάστατων δεδομένων υιοθετώντας τα πλέον αυστηρά πρωτόκολλα προστασίας του περιβάλλοντος και της θαλάσσιας ζωής και χωρίς να καταγραφεί καμία επίπτωση».

Ο κ. Σπύρος Σπίνος, Environmental & GIS Manager της ΕΔΕΥΕΠ

Για τη διαδικασία των σεισμικών ερευνών εφαρμόζονται αυστηρά πρωτόκολλα προστασίας και ο περιβαλλοντολόγος και υπεύθυνος για τις εργασίες των μισθώτριων εταιρειών εξηγεί: «Τα πρότυπα που η ΕΔΕΥΕΠ ακολουθεί είναι όσα περιγράφονται στο Περιβαλλοντικό Σχέδιο Δράσης. Το πλάνο, δηλαδή, που έχει εγκριθεί και από την αρμόδια υπηρεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Και μάλιστα, η ΕΔΕΥΕΠ έχει διεκδικήσει να εφαρμόζονται ακόμα πιο αυστηρά πρότυπα και έτσι έγινε. Όλα όσα τηρούνται, βασίζονται σε βέλτιστες πρακτικές της βιομηχανίας και σε διεθνείς συμβάσεις και συμφωνίες, (όπως η διάσημη ACCOBAMS) για την προστασία των θαλάσσιων θηλαστικών».

Σε ό,τι αφορά την επιβεβαίωση μηδενικών επιπτώσεων, συμπληρώνει πώς «για την τήρηση τους συμμετέχουν και οι παρατηρητές».

Ο κ. Σπίνος προσδιορίζει το ρόλο τους: «Πρόκειται για παρατηρητές θαλάσσιας ζωής, εξειδικευμένους επιστήμονες και κατά βάση θαλάσσιους βιολόγους, οι οποίοι παρακολουθούν με οπτικά μέσα αν πλησιάζουν κοντά στο ερευνητικό πλοίο θηλαστικά. Υπάρχουν επίσης ακουστικοί παρατηρητές που με ειδικά όργανα «ακούν» τα θηλαστικά. Επιπλέον, στις έρευνες συμμετέχουν και ανεξάρτητοι φορείς που επιβαίνουν σε άλλα σκάφη ή αεροσκάφη και παίρνουν μετρήσεις ήχου για την επιβεβαίωση ότι οι αεροσυμπιεστές που χρησιμοποιούνται στις σεισμικές μελέτες είναι εντός σωστών ορίων ή παρατηρούν για τυχόν εκβρασμούς θηλαστικών».

Ο ίδιος καταλήγει τόσο για τις τελευταίες σεισμικές έρευνες όσο και για εκείνες πριν ένα χρόνο σε Κρήτη και Ιόνιο: «Αξίζει να σημειωθεί πως εκβρασμοί δεν παρατηρηθήκαν σε τόσους μήνες εργασιών».

Οι παρατηρητές

Στον ΟΤ μίλησε και η κυρία Γιώτα Γιoγλή βιολόγος θαλάσσης και Enviromental ProjectManager της εταιρείας GeoMar Oil & Gas Project Services.  Πρόκειται για ανεξάρτητη εταιρεία παροχής υπηρεσιών στον τομέα έρευνας υδρογονανθράκων και συμμετείχε στις έρευνες που διεξήχθησαν στα θαλάσσια οικόπεδα, παρέχοντας περιβαλλοντικές υπηρεσίες και υπηρεσίες συντονισμού της αλιείας: «Σε κάθε σεισμική έρευνα είχαμε 7 συμβούλους, επιστήμονες ειδικούς στις θαλάσσιες επιστήμες, πάνω στο πλοίο. Κάθε σύμβουλος έχει ως κύριο καθήκον την οπτική και ακουστική παρατήρηση, καταγραφή και άμεση εφαρμογή των μέτρων προστασίας. Κάθε θαλάσσιο έργο υπόκειται σε αυστηρούς κανονισμούς που αφορούν στην προστασία της θαλάσσιας ζωής. Η χώρα μας έχει υπογράψει συγκεκριμένες διεθνείς συνθήκες, πέραν της εθνικής νομοθεσίας, που αφορούν σε μέτρα περιορισμού του ηχοβολισμού, με σκοπό την ελαχιστοποίηση της όχλησης των κητωδών. Εφαρμόζουμε ένα σχέδιο δράσης σύμφωνα με την ACCOBAMS, με κύριο μέτρο την εφαρμογή ζώνης αποκλεισμού».

Η κυρία Γιώτα Γιoγλή Enviromental ProjectManager της GeoMar Oil & Gas Project Services.

Τι γίνεται αν εντοπιστεί κάποιο ζώο; Η κυρία Γιoγλή εξηγεί: «Μόλις εντοπιστεί κάποιο ζώο στη ζώνη αποκλεισμού, σταματάει αμέσως ο ηχοβολισμός του πλοίου και περιμένουμε από 30 έως 120 λεπτά μέχρι να ξαναρχίσει. Ο ηχοβολισμός επανέρχεται με σταδιακή ένταση εντός 20 λεπτών, επιτρέποντας στα κητώδη να απομακρυνθούν, πριν φτάσουμε στο maximum της έντασης».

Και η ίδια καταλήγει αναφορικά με τα αποτελέσματα των επιθεωρήσεων: «Το πλάνο που σχεδιάσαμε και υλοποιήσαμε σε όλες τις μελέτες που έγιναν στη χώρα εφαρμόστηκε με 100% επιτυχία, χάρη στην πολύ καλή προετοιμασία και εξαιρετική συνεργασία μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων φορέων».

Το ΕΛΚΕΘΕ

Στο Ελληνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ) ανατέθηκε από την εταιρεία PGS η αξιολόγηση του υποθαλάσσιου θορύβου που παράχθηκε από τις εν λόγω σεισμικές έρευνες Νότια-ΝΔ της Κρήτης.

Ο κ. Άρης Προσπαθόπουλος, Senior Research Scientist του ΕΛΚΕΘΕ περιγράφει στον ΟΤ το αντικείμενο των εργασιών του ΕΛΚΕΘΕ: «Η αξιολόγηση αυτή περιείχε επιμέρους εργασίες, όπως η καταγραφή και ανάλυση του υποθαλάσσιου θορύβου που παράγεται από τη συστοιχία των ηχοβολιστικών airguns του σεισμικού σκάφους σε διαφορετικές αποστάσεις από την πηγή, η καταγραφή και ανάλυση του περιβάλλοντος θορύβου όταν το σεισμικό σκάφος δεν διεξήγαγε έρευνες (για λόγους σύγκρισης), καθώς και η επιθεώρηση για πιθανούς εκβρασμούς θαλάσσιων θηλαστικών και χελώνων μετά τις σεισμικές έρευνες».

Το ΕΛΚΕΘΕ, σύμφωνα με τον κ. Προσπαθόπουλο συμμετείχε στις σεισμικές έρευνες, και κάτω από δύσκολες καιρικές συνθήκες, με το ωκεανογραφικό σκάφος (Ω/Κ) ‘ΑΙΓΑΙΟ’, το ερευνητικό αλιευτικό σκάφος (Ε/Α) ‘ΦΙΛΙΑ’, καθώς και το 12μετρο φουσκωτό σκάφος ΠΟΣΕΙΔΩΝ. «Τα τρία αυτά σκάφη (με βασικό το ‘ΑΙΓΑΙΟ’, που είναι το πιο αξιόπλοο από τα τρία σκάφη σε δύσκολες καιρικές συνθήκες) εξοπλίσαμε με κατάλληλα όργανα για μετρήσεις υποθαλάσσιου ήχου: υδρόφωνα (hydrophones) συνδεδεμένα με καταγραφείς (recorders) μέσω ειδικών καλωδίων μεγάλου μήκους, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα ταυτόχρονης καταγραφής του ήχου σε διαφορετικά βάθη. Όλες οι ηχητικές καταγραφές αναλύθηκαν από μέλη της ακουστικής ομάδας του Ινστιτούτου Ωκεανογραφίας του ΕΛΚΕΘΕ με εξειδικευμένο λογισμικό έχει αναπτυχθεί για σεισμικές έρευνες. Η επιθεώρηση για πιθανούς εκβρασμούς θαλάσσιων θηλαστικών και χελώνων έγινε με χαμηλή πτήση μισθωμένου αεροσκάφους και χρήση ψηφιακής κάμερας ειδικών προδιαγραφών», περιγράφει ο επιστήμονας του ΕΛΚΕΘΕ.

Ο ίδιος επισημαίνει ότι «υπήρχε αγαστή συνεργασία μεταξύ PGS και ΕΛΚΕΘΕ και τηρήθηκε το συμφωνημένο πλαίσιο συνεργασίας. Πριν τις αποστολές στην ανοιχτή θάλασσα για μετρήσεις του υποθαλάσσιου θορύβου έγιναν αρκετές ενημερωτικές συναντήσεις μεταξύ των ομάδων της PGS και του ΕΛΚΕΘΕ και καθορίστηκε από κοινού σχέδιο αξιολόγησης κινδύνου για τις ταυτόχρονες επιχειρήσεις των εμπλεκόμενων σκαφών».

Η ανάγκη διεξαγωγής περαιτέρω θαλάσσιων ερευνών

Όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς επιβεβαίωσαν πως, παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν στην εφαρμογή του σχεδίου και των πρωτοκόλλων λόγω των μεγάλων βαθών και των δύσκολων καιρικών συνθηκών, δεν παρατηρήθηκαν εκβρασμοί ή άλλες περιβαλλοντικές επιπτώσεις κατά τη διάρκεια των πολύμηνων ερευνών σε Ιόνιο και Κρήτη. Αντιθέτως, το κοινό συμπέρασμα που προκύπτει από τους επιστήμονες που συμμετείχαν στο δύσκολο αυτό εγχείρημα είναι το εξής: Η ανάγκη να χρηματοδοτηθούν περαιτέρω σχετικές περιβαλλοντικές έρευνες, προκειμένου να εμπλουτιστεί η εθνική γνώση σχετικά με θαλάσσιο περιβάλλον και τα μέτρα προστασίας της θαλάσσιας ζωής. «Στην Ελλάδα απαντούν ντόπιοι πληθυσμοί φάλαινας Φυσητήρα και Πτεροφάλαινας – και τα δύο είδη χαρακτηρίζονται ως ‘υπό εξαφάνιση’. Χρειάζεται λοιπόν συστηματική και μακροχρόνια μελέτη των πληθυσμών αυτών για να μπορέσουμε να τους παρέχουμε καλύτερη προστασία», υπογραμμίζει η κυρία. Γιογλή, σημειώνοντας ακόμα πως η επιστημονική κοινότητα της χώρας και δη οι νέοι φοιτητές εκδηλώνουν έντονο ενδιαφέρον για περαιτέρω ακαδημαϊκή ενασχόληση με το αντικείμενο.

Πηγή:ot.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Ειδήσεις σήμερα

Μπορεί να σας ενδιαφέρουν