Πριν από αρκετά χρόνια, όταν έκανε τον προσωπικό του απολογισμό μετά από τις αμέτρητες νύχτες που έβλεπε τα φώτα της μαρκίζας αναμμένα στα μαγαζιά του ο Αργύρης Παπαργυρόπουλος μίλησε όπως ακριβώς ένιωθε: «Χρήματα από την δουλειά μου δεν έχω βγάλει.
Έζησα όμως με αξιοπρέπεια, αγόρασα ένα καλό σπίτι, ένα καλό αυτοκίνητο και ένα-δυο χωράφια στο χωριό μου. Ίσως δεν ήμουν και ο καλύτερος στη διαχείριση, αλλά δεν πιστεύω ότι υπάρχει και άλλος συνάδελφος που να έχει πλουτίσει».
Όταν τα έλεγε δεν είχε βρεθεί ακόμη σε πολύ δύσκολη θέση παρότι ζοριζόταν οικονομικά, ήλπιζε όμως ότι θα γυρίσει την κατάσταση και θα ξεπληρώσει αυτά που χρώσταγε. Πάντα πίστευε ότι η ελπίδα πεθαίνει τελευταία, αλλά τελικά πέθανε και αυτή, όταν έχασε πέρυσι το σπίτι του στην Γλυφάδα σε πλειστηριασμό, στο οποίο δεν μένει ακόμη, όχι όμως για πολύ.
Πριν από λίγα 24ωρα ο δικαστικός κλητήρας χτύπησε την πόρτα του για να τον ενημερώσει ότι πρέπει να εγκαταλείψει την κατοικία που μεγάλωσαν τα παιδιά του, μια ανάσα από την θάλασσα, η οποία πλέον έχει νέο ιδιοκτήτη. Οι κλειδαριές αλλάχτηκαν στο σπίτι, ενώ ο ίδιος στην προτροπή να πάρει κάτι πριν το εγκαταλείψει, επέλεξε να μην το κάνει, ζήτησε όμως να περάσει μετά από λίγες ημέρες για να πάρει κάποια πράγματα.
Ουσιαστικά όπως μου είχε τονίσει πέρυσι στην αρχή της συνέντευξης που είχαμε κάνει «είμαι άστεγος αφού πρέπει να φύγω από αυτό το σπίτι, το οποίο πουλήθηκε σε πλειστηριασμό για να πληρωθούν τα χρέη». Χρέη που συσσωρεύθηκαν κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης και οδήγησαν σταδιακά σε πλειστηριασμούς ακινήτων του Παπαργυρόπουλου στο Κολωνάκι και την Γλυφάδα.
Τον είχα ρωτήσει τότε αν δεν ζύγισε σωστά τις καταστάσεις και αν έκανε λάθη που τον οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση και είναι κατηγορηματικός. «Φυσικά και έκανα λάθη. Ακόμη κάνω, αλλά λάθη σε βάρος του εαυτού μου, ποτέ σε βάρος των άλλων, γι΄ αυτό έφτασα εδώ που έφτασα. Άλλωστε ρίσκαρα συνεχώς στην ζωή μου και αυτό δεν πιάνει πάντα».
Στις χρυσές εποχές του ο Παπαργυρόπουλος άνοιγε το ένα μαγαζί μετά το άλλο, χωρίς καν να σκέφτεται ότι θα ερχόταν κάποια στιγμή η απότομη προσγείωση. «Ο μόνος που με προειδοποίησε ήταν ένας τσομπάνης από την Δεσφίνα, όταν τον είδα στον Παρνασσό κάπου εκεί το 2003 σε μια ταβέρνα. Μου είπε ότι ξανοίχτηκα πολύ και θα ότι θα φάω τα μούτρα μου, αλλά εγώ δεν τον πίστεψα. Ε, μετά από λίγα χρόνια αποδείχθηκε ότι ο τσομπάνης είχε δίκιο. Τα έφαγα».
Ο επιχειρηματίας παρότι ζήτησε μια παράταση λίγων ημερών, προκειμένου να μαζέψει και να μεταφέρει, έπιπλα και αντικείμενα, ουσιαστικά τα απομεινάρια μιας ζωής που τα είχε όλα στον υπερθετικό βαθμό, δεν την πήρε. Παρά την στεναχώρια του, όταν ρωτήθηκε για την έξωση απάντησε ότι «Εγώ χαμένος δεν πάω. Λεβέντικα θέλω να τελειώσει αυτή η ιστορία».

Σύμφωνα με ένα αστικό μύθο και την δική του ιστορία, ο Αργύρης Παπαργυρόπουλος έχει δει τόσα πολλά που αν αποφάσιζε να τα πει όλα, μάλλον μετά θα χρειαζόταν να φύγει από την Ελλάδα. Είναι αυτός που σημάδεψε την μετάλλαξη της Αθηναϊκής νύχτας από τα 70’ς στα 90’ς, αλλά στα 82 του χρόνια εξακολουθεί να παραμένει απόλυτα ταυτισμένος με μια ιδιαίτερη mentalite. Στην τελική ίσως αυτή να αρμόζει σε έναν παραδοσιακό βλάχο από ένα μικρό χωριό του Παρνασσού, που σπούδασε την ζωή μακριά από τις σχολικές αίθουσες. Το έχει πει άλλωστε και ο ίδιος: «Με ένα ταγάρι ήρθα από το χωριό, με ένα ταγάρι θα γυρίσω. Ευτυχώς που έχω κάτι γίδια. Ελπίζω όταν πεθάνω να έχω κάτι για τα παιδιά έτσι ώστε να μην βρίζουν τον πατέρα τους».
Η νύχτα με τον Παπανδρέου, η βόμβα και οι Νεοδημοκράτες
Τα παιδιά του έχουν ακούσει πολλές ιστορίες και μια από αυτές στην πορεία του πατέρα τους μέσα στη νύχτα, έχει για πρωταγωνιστή τον αείμνηστο Ανδρέα Παπανδρέου. Είναι η πρώτη περίοδος που το ΠΑΣΟΚ έχει αναλάβει την διακυβέρνηση της χώρας και κάποια στιγμή ο Ανδρέας μαζί με τον Γιώργο Κατσιφάρα και λίγους φίλους κανονίζει να διασκεδάσουν στην «Αθηναία».
Ο Παπαργυρόπουλος θέλοντας να τον περιποιηθεί εκτός από το πιο κεντρικό τραπέζι, δίνει εντολή να στείλουν αμέσως σαμπάνιες στην παρέα. Χαμογελαστός ο τότε πρωθυπουργός του κάνει νόημα και μόλις ο επιχειρηματίας πηγαίνει δίπλα του λέει: «Τι είναι αυτά ρε Αργύρη; Φέρε μας κανένα ουίσκι να πιούμε». Η επιθυμία του πραγματοποιείται άμεσα και η συντροφιά μετά από λίγη ώρα δείχνει να απολαμβάνει τη βραδιά, εν αντιθέσει με τον Παπαργυρόπουλο που από κάποια στιγμή και μετά μόνο ήρεμος δεν είναι.
Αιτία ένα απειλητικό τηλεφώνημα ότι στο μαγαζί υπάρχει βόμβα, κάτι που τον στέλνει μετά από σκέψη στο πρωθυπουργικό τραπέζι. Όταν ενημερώνει τον Ανδρέα Παπανδρέου για το τηλεφώνημα ακολουθεί ένας απολαυστικός διάλογος με τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ να ρωτάει ατάραχος:
-«Το έχεις ασφαλίσει το μαγαζί;»
-«Όχι πρόεδρε»
-«Κακό του κεφαλιού σου τότε, γιατί εγώ δεν φεύγω!!»
Δεν έφυγε ούτε ένα άλλο βράδυ σε μια αξέχαστη για τους παρόντες νύχτα, τότε που ο Ανδρέας Παπανδρέου μπήκε σε μια «Αθηναία» κατάμεστη από Νεοδημοκράτες λόγω του χορού που είχαν. Η άφιξή του δεν ήταν προγραμματισμένη ενώ δεν είχε γίνει κράτηση, κάτι πάντως που ουδόλως πτόησε τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ. Τα πρώτα λεπτά οι «γαλάζιοι» θαμώνες πάγωσαν βλέποντας τον Ανδρέα να κάθεται χαλαρά σε ένα τραπέζι με φίλους του, στην συνέχεια όμως τον χειροκρότησαν, ενώ δυο-τρεις βουλευτές που ήταν παρόντες στην εκδήλωση έσπευσαν να του σφίξουν το χέρι.
Το βάπτισμα του πυρός
Φυσικά ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν ήταν ο μοναδικός επώνυμος πελάτης στα μαγαζιά του Παπαργυρόπουλου, αφού ξένοι και εγχώριοι σταρ, πολιτικοί, επιχειρηματίες και εφοπλιστές συνυπήρχαν στην ατζέντα με το υψηλό πελατολόγιο του επίμονου βλάχου, που έζησε μια απίστευτη ζωή. Από τα χρόνια που ζούσε με τη γιαγιά όταν ήταν παιδάκι, πέρασε στο νυχτερινό σχολείο, ενώ ακολούθησε η τεχνική σχολή και το μπάρκο στα καράβια μέχρι να έρθει η πιο θρυλική ίσως νύχτα της ζωής του. Τότε που συνελήφθη και πήγε αυτόφωρο για χάρη της Σάρον Στόουν την περίοδο που βασίλευε το ωράριο Παπαθεμελή αρνούμενος να κλείσει το μαγαζί του.

Το παραδέχεται και ο ίδιος ότι έζησε τρελές και άγριες νύχτες, όμως όπως έχει πει η ζωή γι’ αυτόν ξεκίνησε όταν μπάρκαρε στα καράβια. «Γνώρισα όλο τον κόσμο σε μια εποχή που στην Ελλάδα ταξίδι θεωρούνταν η διαδρομή από την Αθήνα μέχρι τη Λαμία και πίσω».
Όταν γυρίζει υπηρετεί την θητεία του στο Πολεμικό Ναυτικό και ένας συνάδελφός του στάθηκε η αιτία να μπλέξει με τα νυχτερινά μαγαζιά. Ο συγκεκριμένος έψαχνε κάποιον να τον αντικαταστήσει στο μαγαζί που διατηρούσε στο Μεταξουργείο, ο Αργύρης δέχεται και θα «ερωτευτεί» για πάντα τα φώτα της νύχτας με ότι συνεπάγεται αυτό.
Μετά το πρώτο βάπτισμα του πυρός στη νύχτα ανοίγει μαζί με ένα φίλο του ένα μπαρ στα Εξάρχεια την εποχή που ο Αμερικάνικος στόλος επιστρέφει από το Βιετνάμ, και τα δολάρια από τα τρελαμένα Αμερικανάκια, ρέουν άφθονα. Αφήνοντας πίσω τον συνεταίρο του ο Παπαργυρόπουλος ξενιτεύεται πάλι, αυτή την φορά στην Αμερική για δύο χρόνια. Δουλεύει ως σερβιτόρος σε ένα μαγαζί με την ονομασία Egyptian Garden, το οποίο ανήκε σε ένα φίλο του Αριστοτέλη Ωνάση και παράλληλα προσπαθεί να κάνει και άλλες δουλειές.
Δούλεψε σαν ατζέντης καλλιτεχνών και έτσι θα γνωρίσει τον Γιώργο Ζαμπέτα και τον Στράτο Διονυσίου πριν επιστρέψει στη Ελλάδα, όπου θα μπει στην φυλακή, εξαιτίας μιας οικονομικής ατυχίας. Λίγο μετά την αποφυλάκισή του, ανοίγει το πρώτο του μεγάλο μαγαζί με μπουζούκια στην Εθνική Οδό, κλείνοντας πρώτα ονόματα της εποχής, όπως τον Πάνο Γαβαλά με την Ρία Κούρτη και την Ρένα Ντάλμα.
Το «Πρόσωπο»- έτσι το είχε ονομάσει- έγινε αμέσως γνωστό, επειδή σύχναζε πολύ συχνά ο Στέλιος Καζαντζίδης, λόγω του αδερφού του ο οποίος τραγουδούσε εκεί. Το μεγάλο μπαμ όμως θα έρθει όταν αγοράζει την περίφημη «Αθηναία» στο Κολωνάκι το 1975, το πιο σικ νυχτερινό μαγαζί της πρωτεύουσας. Στον χώρο της θα βιώσει και ο ίδιος την μετάλλαξη της νύχτας από το 1980 και μετά, όταν το αυστηρό στιλιστικό dress code του κουστουμιού κα της τουαλέτας τελείωσε.
Το χαλαρό σπορ ντύσιμο κυριαρχεί και μπον βιβάν όπως ο Ζάχος Χατζηφωτίου του λέει ότι μπορεί να ξαναπάει τονίζοντας εμφατικά: «Πως να κάτσω Αργύρη μου; Βρωμάνε τα πλαστικά από τα αθλητικά τους παπούτσια».
Ο Τόλης και η νύχτα με την Σάρον Στόουν
Διορατικός και ενημερωμένος καταφέρνει να πάρει τα «Αστέρια» στην Γλυφάδα και κόντρα στην ροή της αθηναϊκής νύχτας λέει όχι στα μπουζούκια όταν τα ανοίγει. Μέσα στο μαγαζί που ανακαινίζεται εκ βάθρων στήνει τρεις τεράστιες πίστες και φέρνει γνωστά ονόματα από το εξωτερικό για guest εμφανίσεις.
Ο χαμός θα φανεί από το πρώτο βράδυ αφού ο κόσμος που μαζεύεται και εισέρχεται μέσα ξεπερνάει τα δύο χιλιάδες άτομα, ενώ μετρ και σερβιτόροι λιώνουν τα πόδια τους για να προλάβουν το sitting οι πρώτοι και τις παραγγελίες οι δεύτεροι. Αργότερα θα έρθουν και τα μπουζούκια αφού από τα «Αστέρια» θα παρελάσουν τεράστια ονόματα του τραγουδιού, όπως ο Τόλης Βοσκόπουλος, ο Πασχάλης Τερζής και η Άννα Βίσση, αλλά και ο Δήμος Αναστασιάδης με τον Στέλιο Ρόκκο.
Ο Αργύρης διατηρούσε μια πολύ στενή φιλική σχέση με τον Τόλη Βοσκόπουλο, αφού ήταν κουμπάρος στο γάμο του με την Τζούλια Παπαδημητρίου. Η ρήξη του γάμου οδηγεί το πρώην ζευγάρι σε ένα θυελλώδες διαζύγιο που θα γίνει σήριαλ ακόμη και στα δελτία ειδήσεων, ενώ ο Αργύρης θα πάρει ανοιχτά το μέρος του Τόλη και θα τον στηρίξει.
Σύμφωνα με έτερο αστικό μύθο, ο Παπαργυρόπουλος είναι αυτός που θα του γνωρίσει την μετέπειτα σύζυγό του Άντζελα Γκερέκου. Παρόλα αυτά οι σχέσεις τους εξαιτίας κάποιων χρημάτων που είχε δανείσει στον Βοσκόπουλο διαταράχτηκαν και δεν ήταν ποτέ πια οι ίδιες. Σε όλα αυτά που έζησε θυμάται μεταξύ άλλων τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ που ζήλευε παθολογικά την Βουγιουκλάκη να της δίνει χαστούκια.
Αξέχαστο ήταν και το βράδυ όπου ο Νίκος Καρβέλας έδειρε τον Μάριο Φραγκούλη, όμως αυτό που προφανώς δεν θα σβήσει ποτέ από την μνήμη του, είναι το πάρτυ με τη Σάρον Στόουν. Εκείνο το βράδυ η Αμερικανίδα σταρ σε τρελή διάθεση μάζεψε εκατοντάδες γραβάτες από τους άνδρες του μαγαζιού ενώ ο Παπαργυρόπουλος συνελήφθη και πήγε στο αυτόφωρο, επειδή παραβίασε το περίφημο ωράριο Παπαθεμελή.
«Σιγά που θα το έκλεινα με τη Σάρον Στόουν να διασκεδάζει μέσα» δήλωσε χρόνια αργότερα σε μια συνέντευξή του. Η Ορνέλα Μούτι, ο Αλέν Ντελόν, ο πρίγκιπας Αλβέρτος του Μονακό και η Κλώντια Σίφερ έζησαν μαγικές νύχτες στα μαγαζιά του χωριατόπαιδου από τον Παρνασσό.

Η τελευταία όταν πήγε παρήγγειλε τζατζίκι και σαρδέλες, αναγκάζοντας τον επιχειρηματία να τρέχει στις παρακείμενες ταβέρνες προκειμένου να βρει!
Εν αντιθέσει με την νύχτα ο γάμος δεν του ταίριαξε ποτέ. Απέκτησε δυο γιούς που προτίμησαν να ασχοληθούν με την υποκριτική- ο Νάσος και με την πολιτική- ενώ και ο ίδιος δεν ήθελε να μπλέξουν με τα μαγαζιά.
Αυτά που τελικά έμπλεξαν τον ίδιο σε μια περιπέτεια με χρέη από την οποία δεν μπόρεσε να βγει νικητής, χάνοντας ακόμη και το σπίτι του.
Κάποιοι φίλοι του λένε ότι μετά από όλα όσα έχει ζήσει η φράση που ταιριάζει πια στον Αργύρη Παπαργυρόπουλο είναι η ρήση του Νίκου Καζαντζάκη που λέει: «Δεν ελπίζω τίποτε, δεν φοβάμαι τίποτε, είμαι ελεύθερος».
Πηγή: Πρώτο Θέμα
Διαβάστε ακόμη: Αργύρης Παπαργυρόπουλος: “Η τράπεζα πήρε 14 εκατομμύρια και ακόμα χρωστάω, έπαιξα και έχασα” λέει ο “Βασιλιάς της νύχτας” στην Αθήνα





