Γιώργος Σεφέρης: Πωλείται το σπίτι του νομπελίστα ποιητή – Η εμβληματική κατοικία της οδού Άγρας 20
Πωλείται η εμβληματική κατοικία του μεγάλου Έλληνα ποιητή, Γιώργου Σεφέρη, στην οδό Άγρας 20. Το ιδιόκτητο οίκημα, όπου και πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του με την σύζυγό του, Μάρω, φιλοξένησε και συνομίλησε με μεγάλες φυσιογνωμίες της διανόησης και φυσικά έμαθε τα νέα για την απονομή του βραβείου Νόμπελ μια βραδιά του 1963.
Τον Δεκέμβριο που πέρασε, έφυγε από την ζωή η Άννα Λόντου, κόρη της Μαρώς Σεφέρη, γεγονός που άφησε το σπίτι χωρίς μόνιμο κάτοικο και δημιούργησε άμεσα το ζήτημα της κατάληξης του σπιτιού, το οποίο πλέον ανήκει στην κόρη και κληρονόμο της Λόντου, Δάφνη Κρίνου.
Σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες η κυρία Κρίνου προτίθεται να αναζητήσει αγοραστή για το οίκημα, έχει έρθει μάλιστα σε κάποιες συζητήσεις με μεσίτες ενώ άλλες πληροφορίες μιλούν για επαφές και με ιδρύματα.
Η τελευταία περίπτωση, δε, εξετάζεται ενδελεχώς προκειμένου να μην περάσει το σπίτι στην ιδιοκτησία κάποιου ιδιώτη και χαθεί η ευκαιρία να λειτουργήσει ως μουσείο.
Ποιος ήταν ο Γιώργος Σεφέρης
Ο Γιώργος Σεφέρης ήταν Έλληνας διπλωμάτης και ποιητής και ο πρώτος Έλληνας που τιμήθηκε με Νόμπελ Λογοτεχνίας. Είναι ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές και εκ των δύο μοναδικών Ελλήνων βραβευμένων με Νόμπελ, μαζί με τον Οδυσσέα Ελύτη.
Το πραγματικό του όνομα ήταν Γεώργιος Σεφεριάδης. Γεννήθηκε στα Βουρλά στις 29 Φεβρουαρίου του 1900 και ήταν ο πρωτότοκος γιος του Στέλιου και της Δέσπως (το γένος Γ. Τενεκίδη) Σεφεριάδη. Πριν τη γέννησή του είχε γεννηθεί ένα άλλο κοριτσάκι, η Μαρία-Ιωάννα, στις 16 Ιανουαρίου 1899, αλλά πέθανε στις 7 Μαΐου της ίδιας χρονιάς. Το 1902 γεννήθηκε η αδερφή του η Ιωάννα και το 1905 ο αδερφός του, ο Άγγελος. Το 1906 αρχίζει η μαθητική του εκπαίδευση στο Λύκειο Χ. Αρώνη.
Το 1914, εποχή κατά την οποία άρχισε να γράφει τους πρώτους στίχους του, με το ξέσπασμα του Μεγάλου Πολέμου κατά τη θερινή περίοδο του έτους, η οικογένεια μετανάστευσε στην Ελλάδα. Ο Γιώργος Σεφέρης γράφτηκε στο Πρότυπο Κλασσικό Γυμνάσιο Αθηνών[15], από το οποίο αποφοίτησε τον Μάιο του 1917 με μέσο όρο 8,35/10.
Εγγράφεται στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στις 14 Ιουλίου του 1918, η μητέρα του μαζί με τους δύο γιους και την κόρη της Ιωάννα (μετέπειτα σύζυγο Κ. Τσάτσου) μετέβη στο Παρίσι, όπου ο πατέρας τους Στέλιος εργαζόταν ως δικηγόρος
Ο Στέλιος Σεφεριάδης επιθυμούσε όλη η οικογένειά του να μεταφερθεί στο Παρίσι κι ο γιος του Γιώργος να σπουδάσει στη Γαλλική πρωτεύουσα. Ο Γιώργος Σεφέρης έμεινε εκεί μέχρι το καλοκαίρι του 1924, ασχολούμενος με τη λογοτεχνία: μεταφράσεις, αναγνώσεις γαλλικών κλασικών και συγγραφή ποιημάτων και αποκτώντας το πτυχίο της Νομικής, τον Οκτώβριο του 1921.
Στη συνέχεια μεταβαίνει τέλη Αυγούστου 1924, στο Λονδίνο για την τελειοποίηση των αγγλικών του εν όψει των εξετάσεων στο Υπoυργείο Εξωτερικών. Αν και επιχείρησε τελικά εγκατέλειψε την προσπάθεια απόκτησης διδακτορικού διπλώματος. Τον Φεβρουάριο του 1925 επιστρέφει στην Αθήνα και το 1927 διορίζεται στη διπλωματική υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών ως ακόλουθος πρεσβείας.
Στις 24 Αυγούστου 1926 πεθαίνει η μητέρα του από νεφρική ανεπάρκεια Τον Ιούλιο του 1928 δημοσιεύει στη Νέα Εστία, επώνυμα ως Γ. Σεφεριάδης, το «Μια βραδιά με τον Κύριο Τεστ», μετάφραση έργου του Βαλερί[25]. Το 1929 συνοδεύει τον Εδουάρδο Εριό σε ταξίδι του στην Ελλάδα. Τον Μάιο του 1931 εκδίδεται με το ψευδώνυμο Γ. Σεφέρης η «Στροφή» και τον ίδιο χρόνο διορίζεται υποπρόξενος και έπειτα διευθύνων του ελληνικού Γενικού Προξενείου του Λονδίνου, όπου θα παραμείνει μέχρι και το 1934. Τον Μάιο του 1932 δημοσιεύεται το έργο του Μια νύχτα στην ακρογιαλιά και τον Οκτώβριο η Στέρνα, αφιερωμένη στον Γιώργο Αποστολίδη. Το 1933 ο πατέρας του, Στέλιος, εκλέγεται Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών και εγγράφεται ως μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Το 1934 ο Γ. Σεφέρης επιστρέφει στην Αθήνα και τον Ιανουάριο του 1935 αρχίζει η συνεργασία του με τις εκδόσεις Νέα Γράμματα, αναδημοσιεύοντας τη Στέρνα. Τον Οκτώβριο του 1936 διορίζεται πρόξενος στην Κορυτσά, όπου θα παραμείνει μέχρι τον Οκτώβριο του 1937 οπότε και μετατίθεται στην Αθήνα ως προϊστάμενος της Διεύθυνσης Εξωτερικού Τύπου του Υφυπουργείου Τύπου και Πληροφοριών: ο ίδιος αρνείται πως ενεπλάκη σε ζητήματα λογοκρισίας του εσωτερικού τύπου, αλλά είχε ως αρμοδιότητά του τις επαφές με τις ξένες διπλωματικές αποστολές και τους ξένους ανταποκριτές. Στις 13 Φεβρουαρίου του 1937 δημοσιεύει στα Νέα Γράμματα επιστολή του περί της δημοτικής γλώσσας.
Πηγή: athensvoice.gr