Η αύξηση των φόρων που επιβάλλονται στους ταξιδιώτες παγκοσμίως έχει πυροδοτήσει έντονες συζητήσεις στον τουριστικό κλάδο.
Οι κυβερνήσεις αναζητούν νέες πηγές εσόδων σε έναν ολοένα και πιο ασταθή οικονομικό κόσμο, όμως οι ειδικοί προειδοποιούν ότι οι συνέπειες μπορεί να είναι πιο αρνητικές από τα πιθανά οφέλη.
Οι νέοι φόροι στον τουρισμό
Το 2024 χαρακτηρίστηκε από την επιβολή νέων ή αυξημένων φόρων στον τουρισμό σε πολλούς δημοφιλείς προορισμούς. Στην Ευρώπη, οι ημερήσιοι επισκέπτες στη Βενετία υποχρεούνται να πληρώνουν τέλος ύψους 5 ευρώ, ενώ και οι διανυκτερεύοντες πληρώνουν επιπλέον χρεώσεις. Στη Λισαβόνα η τουριστική χρέωση διπλασιάστηκε στα 2 ευρώ ανά διανυκτέρευση την καλοκαιρινή περίοδο.
Η κατάσταση δεν διαφέρει στη Γαλλία, όπου η προσωρινή αύξηση του φόρου διαμονής για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2024 – με ανώτατο όριο τα 15,60 ευρώ ανά διανυκτέρευση – έγινε τελικά μόνιμη. Το Άμστερνταμ αύξησε τον τουριστικό του φόρο από 7% σε 12,5%, ενώ η Βαρκελώνη αύξησε τις χρεώσεις της κατά 11%.
Στην Ελλάδα, το Τέλος Ανθεκτικότητας στην Κλιματική Κρίση (ΤΑΚΚ), πρώην τέλος διαμονής, αυξήθηκε το 2024 και έφτασε έως και τα 10 ευρώ ανά διανυκτέρευση στα 5άστερα ενώ από 1η Απριλίου του 2025 επιβάλλονται νέες αυξήσεις, φτάνοντας και τα 15 ευρώ ανά διανυκτέρευση. Επιπλέον, επιβάλλεται τέλος στους επιβάτες κρουαζιέρας από 5 μέχρι και 20 ευρώ. Τέλος, οι Δήμοι αυξάνουν το Τέλος Παρεπιδημούντων από 0,5% σε 0,75% επί του τζίρου των καταλυμάτων.
Στην Ινδονησία, η είσοδος στο Μπαλί κοστίζει πλέον 7,35 λίρες, ενώ στη Νέα Ζηλανδία ο υπάρχων φόρος τριπλασιάστηκε, φτάνοντας από 35 σε 100 δολάρια Νέας Ζηλανδίας.
Το 2025, νέες αυξήσεις και εισφορές πρόκειται να τεθούν σε ισχύ, όπως το τέλος εισόδου στην Ταϊλάνδη, ύψους έως 300 μπατ, και το ETA του Ηνωμένου Βασιλείου, που επιβάλλει τέλος 10 λιρών για επισκέπτες από τις ΗΠΑ, την Ευρώπη, την Αυστραλία και τον Καναδά. Παράλληλα, η ΕΕ σχεδιάζει την εισαγωγή ενός νέου τέλους 7 ευρώ για τους ταξιδιώτες εκτός Σένγκεν.
Τα οικονομικά οφέλη και οι αντιδράσεις του κλάδου
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού και Ταξιδιών (WTTC) επισημαίνει ότι, αν και είναι λογικό οι προορισμοί να επιδιώκουν πρόσθετα έσοδα μέσω των φόρων, η τουριστική βιομηχανία ήδη συνεισφέρει δισεκατομμύρια σε υφιστάμενες φορολογικές υποχρεώσεις. Σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο επικοινωνίας του WTTC, Jamie Wortley, οι διεθνείς επισκέπτες στην ΕΕ ξόδεψαν 516,7 δισ. ευρώ το 2024, με αύξηση 11,5% από το 2023, ενώ οι εγχώριοι ταξιδιώτες αναμένεται να ξεπεράσουν το ένα τρισεκατομμύριο ευρώ το 2025.
Από την άλλη πλευρά, ο Tom Jenkins, CEO του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Τουριστικών Επιχειρήσεων (ETOA), εκφράζει ανησυχίες για το γεγονός ότι οι φόροι διαμονής καταλήγουν να επιβαρύνουν περισσότερο τις επιχειρήσεις παρά τους τουρίστες. «Οι επισκέπτες δεν αναλύουν τις επιμέρους χρεώσεις, αλλά βλέπουν το συνολικό κόστος του ταξιδιού. Οι επιχειρηματίες αναγκάζονται να απορροφήσουν τους φόρους για να παραμείνουν ανταγωνιστικοί», αναφέρει.
Επιπλέον, σημειώνει ότι τα ξενοδοχεία και οι τουριστικές επιχειρήσεις ήδη επωμίζονται υψηλά φορολογικά βάρη, συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ, των μισθολογικών εξόδων και των ασφαλιστικών εισφορών.
Είναι χαρακτηριστική η μελέτη του ΙΤΕΠ, σύμφωνα με την οποία τα ελληνικά ξενοδοχεία υφίστανται υψηλότερη φορολογική επιβάρυνση σε σχέση με άλλους κλάδους, με τους καθαρούς φόρους να αποτελούν το 19,1% του συνολικού κόστους παραγωγής, έναντι 10,2% που είναι, κατά μέσο όρο, η αντίστοιχη επιβάρυνση για τους υπόλοιπους κλάδους της ελληνικής οικονομίας.
Η διαχείριση των φόρων και η διάθεση των εσόδων
Το βασικό ζήτημα που εγείρουν οι φορείς και επιχειρηματίες του τουρισμούς παγκοσμίως σε ό,τι αφορά τις επιβαρύνσεις αυτές, είναι η διαφάνεια. «Οι τουριστικοί φόροι θα πρέπει να επενδύονται στη βελτίωση των υποδομών και της τουριστικής εμπειρίας, διαφορετικά καταλήγουν σε μια αδιαφανή φορολογική τρύπα», υπογραμμίζει ο Michael O’Regan, λέκτορας τουρισμού στο Glasgow Caledonian University.
Η Ένωση Ξενοδόχων Αθηνών- Αττικής & Αργοσαρωνικού αλλά και άλλοι αντίστοιχοι φορείς έχουν ζητήσει να μάθουν πού κατευθύνονται αυτά τα έσοδα, τόσο σε επίπεδο κεντρικής διοίκησης όσο και σε τοπικό επίπεδο.
Από την άλλη, ο Tom Jenkins του ETOAδίνει μια επιπλέον διάσταση. Επισημαίνει ότι η διαχείριση αυτών των εσόδων ενέχει υψηλό κόστος, κάτι που μπορεί να καταστήσει τη διαδικασία μη αποδοτική.
Μια αυξανόμενη τάση με αβέβαιες επιπτώσεις
Η παγκόσμια τάση αύξησης των τουριστικών φόρων φαίνεται πως θα συνεχιστεί, ιδιαίτερα αν οι κυβερνήσεις επικεντρώνονται αποκλειστικά στην αύξηση των εσόδων χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τις επιπτώσεις στις τοπικές επιχειρήσεις και στην ανταγωνιστικότητα των προορισμών. Το ερώτημα που παραμένει είναι αν τα πρόσθετα έσοδα θα χρησιμοποιηθούν με τρόπο που να ενισχύει τη βιωσιμότητα και την ποιότητα της τουριστικής εμπειρίας ή αν θα επιβαρύνουν περισσότερο τον κλάδο και τους ταξιδιώτες χωρίς ουσιαστικά οφέλη.
Πηγή:tornosnews.gr