Οι σημαντικότερες πηγές μεθανίου είναι οι εντερικές ζυμώσεις και η κοπριά της κτηνοτροφίας, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο και οι χωματερές
Βακτήρια που «καταναλώνουν» μεθάνιο θα μπορούσαν να επιβραδύνουν το ρυθμό της υπερθέρμανσης του πλανήτη, σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύθηκε αυτή την εβδομάδα.
Σημαντικό στοιχείο της κλιματικής κρίσης αποτελούν οι εκπομπές μεθανίου, το οποίο παρά το γεγονός ότι έχει χρόνο δράσης μόνο λίγες δεκαετίες, συντελεί πάνω από 80 φορές περισσότερο από τον άνθρακα στην αύξηση της θερμοκρασίας στον πλανήτη.
Οι σημαντικότερες πηγές μεθανίου είναι οι εντερικές ζυμώσεις και η κοπριά της κτηνοτροφίας (110 εκατομμύρια τόνοι), το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο (83 εκατομμύρια τόνοι) και οι χωματερές (67 εκατομμύρια τόνοι).
Μια ομάδα ερευνητών από το Πανεπιστήμιο Long Beach της Καλιφόρνιας προτείνει μια μέθοδο απομάκρυνσης του μεθανίου με τη χρήση βακτηρίων που είναι γνωστά ως «μεθανιότροφα» για τη μετατροπή σε διοξείδιο του άνθρακα και βιομάζα. «Ολα τα βακτήρια αυτής της ομάδας ‘τρώνε’ το μεθάνιο, αφαιρώντας το από τον αέρα και μετατρέποντας μέρος του σε πηγή βιώσιμης πρωτεΐνης», σύμφωνα με την επικεφαλής ερευνήτρια, Μέρι Λιντστομ.
Η ομάδα της βρήκε ότι ένα στέλεχος βακτηρίων που ονομάζεται methylotuvimicrobium buryatense 5GB1C μπορεί να απομακρύνει αποτελεσματικά το μεθάνιο ακόμη και όταν αυτό υπάρχει σε μικρότερες ποσότητες. Εάν διαδοθεί ευρέως, η τεχνολογία αυτή έχει τη δυνατότητα να συμβάλει στην επιβράδυνση της παγκόσμιας θέρμανσης, εκτιμούν οι ερευνητές.
Συνήθως, αυτή η ομάδα βακτηρίων ευδοκιμεί σε περιβάλλοντα με υψηλά επίπεδα μεθανίου (μεταξύ 5.000 και 10.000 μέρη ανά εκατομμύριο (ppm).
«Τα βακτήρια που τρώνε γρήγορα μεθάνιο στις υψηλότερες συγκεντρώσεις που βρίσκονται γύρω από κοπάδια βοοειδών κ.λπ. θα μπορούσαν να συμβάλουν σημαντικά στη μείωση των εκπομπών μεθανίου, στην γεωργία», δήλωσε ο Γιούαν Νισμπέτ, καθηγητής γεωεπιστημών στο Royal Holloway του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, σχολιάζοντας τα ευρήματα της μελέτης.
«Το μεγαλύτερο εμπόδιο για την εφαρμογή τώρα είναι τεχνικό: πρέπει να αυξήσουμε τη μονάδα επεξεργασίας του μεθανίου κατά 20 φορές. Αν μπορέσουμε να το πετύχουμε αυτό, τότε τα μεγαλύτερα εμπόδια γίνονται τα κεφάλαια και η αποδοχή της τεχνολογίας. Πιστεύουμε ότι θα μπορούσαμε να έχουμε δοκιμές εντός τριών έως τεσσάρων ετών και η κλιμάκωση θα εξαρτηθεί στη συνέχεια από το επενδυτικό κεφάλαιο και την εμπορική αξιοποίηση», δήλωσε η Λινστομ.
Mε πληροφορίες από: Guardian – kathimerini.gr